February 09, 2008

Δια βίου εκπαίδευση..

Ξέρετε τον Peter Mandelson; Τον Πέτρο που πάει παντού;

Ο Πέτρος λοιπόν είναι ο Ευρωπαίος Επίτροπος, αρμόδιος για θέματα εξωτερικού εμπορίου. Όταν δεν ασχολείται με τις μπανάνες[1], περιφέρεται ανά τον κόσμο εξυμνώντας τις αρετές της παγκοσμιοποίησης. Έτσι τον άκουσα κι εγώ πέρσι τα Χριστούγεννα στις Βρυξέλλες.

Πρέπει λέει να αφήσουμε την παγκόσμια οικονομία να κάνει την δουλειά της απερίσπαστη για το καλό όλων μας, κι αν η ακατάσχετη τρεχάλα της σηκώνει πολύ κονιορτό, δεν έχουμε παρά να καταβρέχουμε πού και πού με προοδευτικές (αναδιανεμητικές) και άλλες κοινωνικές πολιτικές.

Μέχρις εδώ καλά.

Δεν πρέπει, μου είπε, να προστατεύουμε τις θέσεις εργασίας (που θα χαθούν θέλουμε δε θέλουμε) αλλά τον εργαζόμενο.

Και εδώ καλά.

Αλλά για να βοηθήσουμε τον εργαζόμενο, λέει ο Πέτρος, πρέπει κι αυτός να βοηθήσει λιγάκι τον εαυτό του. Να γίνει πιο προσαρμοστικός. Πιο ‘εύκαμπτος’ εργασιακά, σαν τον Αμερικάνο. Με πιο ευλύγιστη ραχοκοκαλιά. Ανοιχτός στη γνώση και στην μάθηση. Αυτό που λέμε σήμερα δια βίου εκπαίδευση. Τι σημαίνει αυτό; Με απλά λόγια, παίρνεις τον καπνεργάτη απ’ την Ξάνθη και τον εισαγάγεις στη βιοτεχνολογία. Την κορδελιάστρα απ’ τον Κορυδαλλό την μαθαίνεις γενετική ή νανοτεχνολογία. Το σκύλο νέα κόλπα, το γάιδαρο καινούργια περπατησιά.

Αυτή η ‘προσαρμοστικότητα’ μου έφερε στο νου τον διαφημιστή του Πατάκα. Αν δε το ξέρετε το ανέκδοτο, έχει ως εξής:

Ο Πατάκας είχε μια ψιλοβιοτεχνιούλα που έφτιαχνε καρφιά. Μαύρα χάλια όμως οι δουλειές (φθηνότερες βλέπεις οι κινέζικες πρόκες), και άγχος τεράστιο ο Πατάκας. Μια μέρα του λέει ο κολλητός του ο Κυρίτσης: Ρε συ Πατάκα, όλοι σήμερα λίγο ως πολύ διαφημίζουν. Σε εφημερίδες και περιοδικά, κάνα σποτάκι στην τηλεόραση, κάτι τέλος πάντων. Πώς δηλαδή περιμένεις να σου ‘ρθει η Αθηνά στο μαγαζί; Από μόνη της; Κούνα και συ λίγο ρε ευλογημένε το χεράκι σου.

Πεπεισμένος ο Πατάκας για τα αδιαμφισβήτητα οφέλη της διαφήμισης, μια και δυο πάει σ’ ένα μεγάλο διαφημιστικό γραφείο.

-Καλημέρα σας, τι μπορούμε να κάνουμε για σας; Τον ρωτά η ρεσεψιονίστ σε άπταιστα παγκοσμιοποιημένα νεοελληνικά (what can we do for you, δηλαδή).
-Το και το σας παρακαλώ, λέει ο Πατάκας, γιατί δεν πάει άλλο το πράμα και δεν με βλέπω καθόλου καλά. Και είναι και το μπαλκόνι μου στον τέταρτο.
-Ακολουθήστε με σας παρακαλώ κύριε Πατάκα, απαντά η μικρή.

40 τετραγωνικά το γραφείο του διευθύνοντος συμβούλου. Απ’ την πόρτα μοσχοβολούσε Dunhill aftershave. Hermès η γραβάτα, με ασορτί μαντηλάκι. ΜΒΑ από το Rotterdam School of Management στον τοίχο. Gel στο μαλλί. Prada το κουστουμάκι.

-Κύριε Πατάκα, ήρθατε στο καλύτερο διαφημιστικό γραφείο της Αθήνας. Η φιλοσοφία μας επικεντρώνεται στις ανάγκες του πελάτη. Προσπαθούμε να προσαρμόζουμε τις υπηρεσίες μας στις ιδιαιτερότητες του πελάτη, με τρόπο που να προσθέτουν αξία στις παραγωγικές του διαδικασίες. Μπλα μπλα μπλα κύριε Πατάκα. Τι με σπούδαζε τόσα χρόνια ο πατέρας μου κύριε Πατάκα. Κάποιος πρέπει τώρα να πληρώσει κύριε Πατάκα. Ελάτε την άλλη βδομάδα να σας εντυπωσιάσουμε κύριε Πατάκα.

Πάει λοιπόν την άλλη βδομάδα ο έρμος ο Πατάκας, «καλώς ήρθατε κύριε Πατάκα». Ουισκάκι; Από ‘δω σας παρακαλώ. Γιγαντοοθόνη στον τοίχο. Χαμηλώνουν τα φώτα. Richard Straus μουσική. Also sprach Zarathustra. Ζουμάρει ο φακός. Γολγοθάς στο κέντρο. Σταυρός στο χώμα. Πάνω στο σταυρό ο Χριστός. Δεξιά και αριστερά Ρωμαίοι. Καρφώνουν και τραγουδάνε ρυθμικά:

-Τάκα τάκα τάκα τάκα, τα καρφιά είναι Πατάκα.

Πετάγεται πάνω ο Πατάκας έξαλλος.
-Αλήτες. Απατεώνες. Σκιτζήδες. Βαλτοί είστε ρε να με καταστρέψετε; Πληρωμένοι είστε ρε κερατάδες;
Ο Δουσού μυρωδάτος και χαμογελαστός, κουλ που λέμε, μπαίνει στο δωμάτιο.
-Πώς κάνετε έτσι κύριε Πατάκα; Το σποτάκι είναι φανταστικό και πρωτότυπο. Αλλά αν δε σας αρέσει εδώ είμαστε ‘μεις. Δε θα χαλάσουμε τις καρδιές μας. Ελάτε σε μια βδομάδα.

Ξαναπάει σε μια βδομάδα ο Πατάκας, «χαίρετε», ουισκάκι. Καθίστε. Χαμηλώνουν και πάλι τα φώτα. Ζαρατούστρας κρεσέντο. Γολγοθάς. Στο χώμα ο Σταυρός. Άδειος όμως αυτή τη φορά. Στο βάθος, ο Χριστός να τρέχει μπροστά, πίσω του ο Ρωμαίος να τον κυνηγάει με το σφυρί στο χέρι, και πίσω απ’ τον Ρωμαίο ο Εκατόνταρχος να τρέχει κι αυτός με τη γλώσσα δυο πήχεις έξω, φωνάζοντας λαχανιασμένα στον Ρωμαίο:

-Δε σου είπα βρε μαλάκα τα καρφιά να ‘ναι Πατάκα;

Εκείνο το βράδυ πήδηξε ο έρμος ο Πατάκας.
Απ το μπαλκόνι της Καρνεάδου.
Με το DVD στην τσέπη του.
Κι άντε τώρα ο Μάκης να βρει τι γίνανε πεντέμισι εκατομμύρια πρόκες.

Η. Χαραλαμπίδης

[1] Αν δεν το ακούσατε, έχασε η Ευρώπη την προσφυγή των ΗΠΑ στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου και προσπαθεί τώρα ο Πέτρος, με σοφιστείες, να τα μπαλώσει. Tip: Αγοράστε μετοχές Chiquita!

June 23, 2007

Υπόγειο

1989
Πολωνία.
Φλεβάρης, πάνω σ' ένα πλοίο του Πολωνικού ναυτικού.
Η θάλασσα choppy. Να σου πέφτουν τα νύχια απ’ το κρύο.
Το αλάτι του παγωμένου αέρα να σου τρυπάει το κόκκαλο.
Διασχίσαμε τη Βαλτική.
Δέσαμε Świnoujście, και με αυτοκίνητο στο Szczecin.
Έφαγα ένα ολόκληρο πρωϊνό στο δρόμο, να βρω κάτι να του πάρω.
Ένα κακοφτιαγμένο αρκουδάκι είχε όλο κι όλο να προσφέρει η θλιμμένη, κομμουνιστική ακόμα, Πολωνία.
Στο γυρισμό, το κουβαλούσα με καμάρι στα χέρια.
Το ‘χει ακόμα κάπου κάτω στο υπόγειο.
Μέσα σ' ένα κοφινάκι.
Που του 'χε πάρει η Ντόλη.
«για να συμμαζεύεις τα παιχνίδα σου»
Μαζί με όλα τ’ άλλα παιχνίδια του.
Μια διχάλα.
Που ‘χαμε κόψει στη Κέρκυρα.
Να φτιάξουμε σφεντόνα.

Σήμερα έγινε 19.
Είχαμε συμφωνήσει να φάμε μαζί το βράδι.
Δεν τα καταφέραμε όμως.
Έπρεπε να πάει σ’ ένα πάρτι.

Δεν κατεβαίνω πια συχνά στο υπόγειο.
Είναι και η σκάλα στενή..

Η. Χαραλαμπίδης

August 13, 2006

Στη χώρα της ανθισμένης κερασιάς

Είχα ένα συνάδελφο.
Έχω πρέπει να πω, αφού μια χαρά είναι ο άνθρωπος, ζωή να ‘χει.
Σύνταξη μόνο πήρε πρόσφατα και άραξε.
Μεγαλύτερός μου κατά πολύ, βλέπεις.
Πάντα είχα αυτό το κόλλημα να κάνω παρέα με μεγαλύτερούς μου.
Κλοτσοσκούφι παίζαν’ οι φίλοι μου στην παραλία, στο καφενείο του νησιού την έβγαζα εγώ να βλέπω (και να ακούω) τους γέρους να παίζουν τάβλι (έτσι έμαθα Πίτσο...).
-Κάτι παραπάνω από ‘μενα θα ξέρουν αυτοί, έλεγα, και προσπαθούσα να ακούσω, να μάθω, να αποτυπώσω.
Για λιπάσματα, ελιές, γιδοπρόβατα, καράβια, θάλασσες, μακρινούς τόπους.
Θυμάμαι ακόμα να μιλάνε για το Σιάμ, την Ινδοκίνα, την Μπιάφρα και την Κεϋλάνη.
Μυστήριο τραίνο ήμουν από παιδάκι..

Τον Hideo τον γνώρισα αλλιώς.
Όταν, νεώτεροι, γυρίζαμε από συνέδριο σε συνέδριο ‘κάνοντας καριέρα’, καπνίζαμε πολύ και οι δύο. Μανιώδης καπνιστής ο Hideo, κουβαλούσε πάντοτε μαζί του ένα μικρό τασάκι τσέπης! Στη δεξίωση λοιπόν, ο πρώτος που θα ‘αναζητούσα’ ήταν ο Γιαπωνέζος φίλος μου!
Έτσι, απ’ το τσιγάρο, ξεκίνησε μια φιλία που κράτησε σχεδόν 25 χρόνια.

Τον περασμένο Φλεβάρη είχα να δώσω μια διάλεξη στο Τόκιο, προσκεκλημένος της Ιαπωνικής Κυβέρνησης. Την ‘κοπάνησα’ λοιπόν μια ολόκληρη βδομάδα και πήρα και τον Ευκλείδη μαζί.
Πρώτη φορά πατέρας-γιος μόνοι τους χωρίς ‘παρεμβολές’.
Οσάκα, Κιότο, Τόκιο.
Πλάκα είχε.

[και όπως οι σκύλοι ‘μαρκάρουν’ τον περίπατό τους, έτσι κι εγώ έτρεξα 10 χιλιόμετρα γύρω απ’ το αυτοκρατορικό παλάτι στο Τόκιο, όχι για τίποτ’ άλλο αλλά έτσι για να ‘χω να το λέω].

Ανάμεσα στους προσκεκλημένους της διάλεξης κι ο Hideo. Το ‘ξερα πως είχε προσκληθεί αλλά δεν φανταζόμουν πως θα ‘ρχόταν 100 χιλιόμετρα απ’ το Ibaraki μόνο και μόνο για να μ’ ακούσει.

Περίμενα τους προσκεκλημένους μου στην πόρτα, ενώ ο ‘μεγάλος’ ο Ευκλείδης έβγαζε φωτογραφίες. Χωρίς υπερβολή, όλη τη βδομάδα, ο καλύτερος βοηθός που είχα ποτέ!

Τον είδα να ‘ρχεται από μακριά και του κούνησα το χέρι. Σκυφτός ήταν πάντα, αλλά πιο σκυφτός μου φάνηκε αυτή τη φορά.
Ο λόγος; Δυο βαριές, μεγάλες πλαστικές σακούλες που κουβαλούσε με κόπο.
Μέσα, το έργο μιας ζωής.
Όλες του οι δημοσιεύσεις, σαράντα χρόνια και βάλε, σε αυθεντικά ανάτυπα, χρονολογικά αρχειοθετημένα μέσα σε κλασέρ.
Εκείνα τα παλιά, θυμάστε; Με την σιδερένια κόχη και τη σιδερένια συρταρωτή ετικέτα στη ράχη.
Προφανώς το δικό του προσωπικό αρχείο κουβαλούσε.
Τα παιδιά του.

-I wanted you to have this ήταν το μόνο που είπε αφού χαιρετιστήκαμε και προτού πάει να πάρει τη θέση του στην αίθουσα όπου ο Ευκλείδης στα μέσα και τα έξω, με τις φωτογραφίες του, τη διανομή του κειμένου, και τις δημόσιες σχέσεις!

Δυο μέρες μετά, φτιάχνοντας βαλίτσες στο ξενοδοχείο για το ταξίδι της επιστροφής, και σπάζοντας το κεφάλι μας για το πώς θα κουβαλούσαμε τα κλασέρ του Hideo, προσπαθούσα να εξηγήσω τη σημειολογία της χειρονομίας αυτής του Γιαπωνέζου φίλου μου.
Τι ‘δήλωση’ έκανε άραγε;

-Εγώ τέλειωσα;
-Τελεία και παύλα;
-Περνάω τη σκυτάλη;
-Είσαι ο μόνος που αξίζει να τα ’χει;
-Εσύ μόνο θα τα προστατεύσεις και θα τα διαφυλάξεις;
-Τίποτα δεν είναι πολύ σε μια μεγάλη φιλία;

Ό,τι και να ‘τανε, θαρρώ πως πάλι κάτι μπήκε στο μάτι μου όπως έκλεινα τελικά τη βαλίτσα.
Καλά που δε με πήρε χαμπάρι ο μεγάλος, έτσι όπως ήταν απασχολημένος με την ταξινόμηση των επισκεπτηρίων που είχε, τόσο περήφανα, συλλέξει.
Για το επόμενο ταξίδι του. Όπως είπε.
Στη χώρα της ανθισμένης κερασιάς.

Η. Χαραλαμπίδης

June 19, 2006

Beach Volley

-Τι θα γίνει ρε θα γράψεις τίποτα;
Μου λέει ο Γιώργος τις προάλλες.
-Όλο κάτι χαζά γράφεις τελευταία.
-Μην αγχώνεσαι.
Μου λέει ο Σπύρος
-Θα σου ‘ρθει από μόνο του πάλι. Στην ώρα του.

Αλλά εγώ χαζά δεν γράφω.
Μόνο κάτι ωραία γράφω.
Όπως το παρακάτω.
Με το οποίο γελάω από χθες.
Είχα μια φοιτήτρια που έχει τώρα γίνει πασίγνωστη στο beach volley.
Πιο διάσημη δε γίνεται, για να μη λέμε και ονόματα..
Έτσι όπως τσιμπολογούσαμε χθες βράδυ, το ‘φερε η κουβέντα, πού αλλού, στο ποδόσφαιρο.
Ενημερωμένη την είδα.

-Γιατί βλέπουν οι γυναίκες ποδόσφαιρο;
Την ρωτάω.
-Ακριβώς για τον ίδιο λόγο που βλέπουν οι άντρες beach volley.
Mου απαντά.
-Και να σου πω και κάτι; Τους ποδοσφαιριστές όλοι τους αναγνωρίζουν αμέσως. Εμείς, όσο διάσημες και να ‘μαστε, πρέπει να συστηθούμε. Βλέπεις κανείς δεν μας αναγνωρίζει πρόσωπο με πρόσωπο..

Ακόμα γελάω.
Γιατί τι καλύτερο από μια γυναίκα με χιούμορ.
Ή όχι;

Η. Χαραλαμπίδης

May 21, 2006

Γιουροβυζιών..

ε..
Έγραψα για το Ρουβά, έγραψα για την Παπαρίζου, να μη γράψω και δυο λόγια για τη Βίσση; την Αννούλα μας;

Τι να γράψω όμως έτσι μπερδεμένος που είμαι;

Ήμουν σίγουρος μέχρι χθες πως άλλα ήταν τα ‘κριτήρια’ της Γιουροβυζιών.. πιο καλλιτεχνικά..
Γι αυτό και κέρδισε πέρσι η Παπαρίζου, και γι αυτό ξημεροβραδιάζεται η Αννούλα στα γυμναστήρια. Και γι αυτό ψήφισα και γω φέτος ασυζητητί Κροατία, Ουκρανία, Νορβηγία, Σουηδία.

Να μη σας πω ότι μέχρι και Τουρκία ψήφισα!

[και δε θα σας κάνω τη χάρη να πω την παροιμία.. που είμαι σίγουρος όλοι σιγοψιθυρίσατε όταν είδατε το μπόι της Τουρκάλας]

Και τι έγινε μετά;
Μετά κερδίσανε τα τέρατα!
Εμβρόντητος έμεινα. Confounded που λένε.
Τι να πω τώρα εγώ εκτός απ’ αυτό που ‘πε ο Μάνος Χατζιδάκις το 1978:

«Φοβάμαι όταν αρχίζουν να μη μας τρομάζουν τα τέρατα. Αυτό σημαίνει ότι αρχίζουμε να τους μοιάζουμε..».

Μη στενοχωριέσαι όμως Αννούλα μου.
Ένα κακόγουστο αστείο ήτανε, πάει και πέρασε.
Έτσι κι αλλιώς αυτά τα πράματα είναι για τα παιδιά.
Και δεν κρύβεται ο Πανδαμάτορας ρε συ Αννούλα.
Στην ηλικία μας όμως έχουμε πολύ καλύτερα πράματα να κάνουμε.
Δεν έχουμε;

Η. Χαραλαμπίδης

ΥΓ: Χρόνια Πολλά Κώστα, Χρόνια Πολλά Ελένη!

May 14, 2006

Χρόνια Πολλά Μαμά..

[Ανοίξτε τα ηχεία σας]
Το "μαμά γερνάω" τραγουδάει η Τάνια Τσανακλίδου.
Οι νότες είναι του Σταμάτη Κραουνάκη
και τα (παρακάτω) στιχάκια της Λίνας Νικολακοπούλου.


Χρόνια πολλά λοιπόν σ' όλες τις μαμάδες. Ο σημερινός Βασίλης όμως είναι αφιερωμένος σ' όλους εμάς που, άθελά μας πολλές φορές, τις έχουμε πικράνει.


Τα ρούχα που δεν έμαθα να πλένω
τα βάζω στη σακούλα και σ’ τα φέρνω.
Ρωτάς για την καριέρα μου
τη νύχτα και τη μέρα μου
κι εγώ να σου μιλάω καταφέρνω.
~~~
Και σκέφτομαι που πίνω κόκα-κόλα
για να’ ναι πάντα ίδια αλλάζουν όλα.
Κι ανοίγω το ψυγείο σου,
το "έλα" και το "αντίο" σου
ζητούσα στη ζωή μου πάνω απ’ όλα.
~~~
Μαμά, πεινάω
μαμά, φοβάμαι
μαμά, γερνάω.
Και τρέμω να ’μαι αυτό που χρόνια ανησυχείς:
ωραία, νέα κι ατυχής.
~~~
Τα χρόνια που μεγάλωνες για μένα
να ξέρεις πως σου τα ’χω φυλαγμένα.
Και τέλειωσα με άριστα
αλλά δεν έχω ευχάριστα,
μαμά, όλα στον κόσμο είναι γραμμένα.
~~~
Τριάντα καλοκαίρια και χειμώνες
τις άγριες σου φέρνω ανεμώνες.
Και κοίτα ένα μυστήριο
του κόσμου το κριτήριο
πως μοιάζουμε μου λέει σα δυο σταγόνες.

Η. Χαραλαμπίδης

May 07, 2006

Καβούρι, Μάης 2006

Έχει φαγωθεί ο Θοδωρής.
Να πηγαίνουμε, λέει, να τρέχουμε σε στίβο, για να μετράμε έτσι και το χρόνο μας.
Λες κι είμαι άλογο εγώ και με νοιάζει τι χρόνο θα φέρω.
Για μένα το τρέξιμο είναι διέξοδος και διαφυγή.
Άδειασμα του σκληρού δίσκου.
Και για να γίνει αυτό χρειάζομαι εξωτερικά ερεθίσματα και παραστάσεις.
Σαν αυτές χθες το πρωί.
8 πμ την έκανα.
Απ’ τον Άγιο Νικόλαο στην Ηλίου, μέχρι το Ναυτικό Όμιλο Βουλιαγμένης και πίσω.
~~
Ο Ζαφείρης –που ‘χει αναλάβει αυτό τον καιρό με περίσσια επιστημοσύνη τη διατροφή μου- ρίχνει νερό με το λάστιχο στο πεζοδρόμιο έξω απ’ το «ζαφείρι», την ψαροταβέρνα του.
-Πρωινός πρωινός σήμερα κύριε καθηγητά!
-Καλημέρα Ζαφείρη.
-Έχω μπαρμπουνάκια Βαρκιζιώτικα για το βράδυ. Μόλις μου τα φέρανε. Να σου κρατήσω;
-Κράτα μου.
~~
Στο περίπτερο, ο Τάκης ανοίγει τις εφημερίδες και τις βάζει γύρω γύρω στα αυτοσχέδια ράφια του.
-Την Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία να μου κρατήσεις αύριο Τάκη ε;
-Ξέρω ξέρω. Μείνετε ήσυχος.

~~
Και μετά, η ανηφόρα της Λητούς..
Δυο πήχεις σου βγαίνει η γλώσσα ώσπου να φτάσεις στην Αεροπορία, που λέμε.
Εκεί, η Φατίμα, η μαγείρισσα του Δρακόπουλου, με μαντήλα από πάνω αλλά Nike Air από κάτω, έχει βγάλει βόλτα τον Τζίμη το λυκόσκυλο.
[Να πω την αλήθεια δεν ξέρω ποιος απ’ τους δυο βγάζει βόλτα τον άλλον αλλά τέλος πάντων.]
~~
Θέλει προσοχή η κατηφόρα της Λητούς.
Αν δεν προσέξεις, μπορεί να βρεθείς κουτρουβαλώντας στη θάλασσα του Λαιμού before you know it.
Έξω απ το The Margi το ξενοδοχείο, οι πιτσιρικάδες της εισόδου πλένουν ένα Τζιπ.
-Αν γλιστρήσει κανείς και πέσει, με τα σαπούνια που ρίχνετε στο πεζοδρόμιο, τη βάψατε κολόπαιδα .
-Morning Prof!

~~
Και μετά η ηδονή του τερματισμού.
Στους καναπέδες της βεράντας της Ατλαντίδας.
Ο Σπύρος έχει πάρει ήδη θέση με τις σαββατιάτικες εφημερίδες.
-Θα πιεις καφέ;
-Να μη σε προσβάλλω.

-Έκανες καλό χρόνο;
[βαλτός είναι ο πούστης, σκέφτηκα]
-Άμα δεν είμαι στα κέφια μου σέρνομαι.
-Τι τρέχεις τότε άμα δεν είσαι στα κέφια σου;
-Πιες τον καφέ σου ρε Σπύρο και παράτα μας.
-Τι λέει μωρέ ο μαλάκας; (παραμιλάει όπως διαβάζει). Μια χούφτα κολόπαιδα αναρχικοί κάψαν πάλι την Αθήνα χθες και ο Πολύδωρας συγχαίρει την Αστυνομία που κοίταζε παρατηρητής. Θα τρελαθούμε όπως πάμε...
Και μετά από λίγο:
-Τους δουλεύει ψιλό γαζί ο Αχμαντινετζάντ αλλά η Κοντολίζα δε μασάει. Γυναίκα κι αυτή ρε παιδί μου.. καταπραϋντική πάντως για όσους έχουν υψηλά επίπεδα τεστοστερόνης...

Πόσο απόμακρα κι ασήμαντα φαίνονται όλα αυτά -και πολλά άλλα- μια τέτοια θεϊκή μέρα..
Ζέστη θα κάνει σήμερα σκέφτηκα κοιτάζοντας το ασημί του Σαρωνικού κάτω απ’ τον πρωινό μαγιάτικο ήλιο.
Ο Δημήτρης έφερε το παγωμένο φραπεδάκι και τ’ άφησε στο τραπεζάκι δίπλα μου.
-Στην υγειά σας.
Σηκώνοντας το ποτήρι του καφέ, έκανα την ίδια σκέψη που κάνω πέντε μήνες τώρα:
-Να ‘χαμε, λέει, κι ένα τσιγαράκι..

Η. Χαραλαμπίδης

May 01, 2006

Πρωτομαγιά

Πρωτομαγιά σήμερα και καλό μας μήνα.
Και όσοι αισθάνεστε ποιητικά αυτή την πρώτη μέρα του πιο όμορφου μήνα, ακούστε και αυτό απ’ τη λαϊκή μας σοφία:

Έλα Μάη μετά θάρρους να παντρέψεις τους γαϊδάρους!

Και μην ξεχνάτε.
Η πρωτομαγιά δεν είναι αργία, είναι απεργία.
(καλημέρα Αλέκα..)

la mia bandiera rossa è pronta

και ελπίζω να σας δω όλους στο Σύνταγμα!
να ανεμίσουμε τα σημαιάκια μας..
μέσα απ' τα κουτάκια μας..

Η. Χαραλαμπίδης

April 22, 2006

Πάσχα 2006

Περίεργες μέρες η Μεγάλη Παρασκευή και το Μεγάλο Σάββατο.
Πάντα οι ίδιες.
Πάντα μουντός και θλιμμένος ο ουρανός.
Θλιμμένη και η μουσική στο πικάπ μου.
Fauré, Berlioz, Verdi και Mozart τα Ρέκβιεμ.
Τέλεια άπνοια στο Ρότερνταμ.
Καθρέφτης η λίμνη.
Σα χαμένος είμαι πάντοτε αυτές τις δύο μέρες.
Δεν ξέρω τι κάνω.
Δεν ξέρω τι θέλω.
Σαν ψάρι έξω απ’ το νερό.
Σαν κάτι να συμβαίνει που δεν το καταλαβαίνω.
Όπως όταν παίζεις ένα παιχνίδι που δεν ξέρεις τους κανόνες του.
Αυτή τη φορά άρχισε ήδη απ' τη Μεγάλη Πέμπτη.
Ακολουθία των Αχράντων Παθών:

Σήμερον κρεμάται επί ξύλου Ο εν ύδασι την γην κρεμάσας.
Ψευδή πορφύραν περιβάλλεται Ο περιβάλλων τον ουρανόν εν νεφέλαις.


Σαν σφαίρα κατάστηθα με χτύπησαν, αυτή τη φορά, τα λόγια αυτά, απ' τον Άη Γιώργη στο Φανάρι.
Αποσβολωμένος έμεινα σαν να με καταπλάκωσε ογκόλιθος.

..Ο περιβάλλων τον ουρανόν εν νεφέλαις..


Κάτω, η Ντόλυ ετοιμάζει τη μαγειρίτσα για τους προσκεκλημένους της.
Αύριο, ο Βασίλης θα σουβλίσει, για τελευταία φορά, στο Wassenaar.
14η Ανάσταση απόψε στον Άγιο Νικόλαο του Ρότερνταμ.
Ποιος ξέρει πόσες ακόμα..
Καλά να ‘μαστε και Καλή Ανάσταση σ’ όλους εύχομαι.

ΗΧ

January 06, 2006

Μαξίμ Ζελίμ

(Ανοίξτε τα ηχεία σας)
Κείνο που με τρώει, ‘κεινο που με σώζει
είναι που ονειρεύομαι σαν τον καραγκιόζη
~~
Στυγερό και αιμοδιψή δολοφόνο τον αποκάλεσαν όλα τα κανάλια.
Και πώς αλλιώς να τον πουν αφού έβαψε τα χέρια του με αίμα αθώων;

Εγώ όμως άλλο είδα, άλλο άκουσα κι άλλο έμαθα.
Είδα ένα 23χρονο φοβισμένο παιδί.
Όμορφο παλικάρι (και οι ‘συνθήκες’ των φυλακών σε τέτοιες περιπτώσεις δεν είναι οι ιδανικότερες, αν καταλαβαίνετε τι εννοώ).
- «αφόρητη η ζωή στη φυλακή μάνα», έλεγε στη μητέρα του στο τηλέφωνο.
Συντετριμμένος ο πατέρας ζήτησε δημόσια συγνώμη για τις πράξεις του παιδιού του.
Μια χαρά παιδί ήτανε.
Σπούδασε (οφθαλμίατρος ή κάτι τέτοιο θαρρώ).
‘Έκανε και το στρατιωτικό του.
Όλα μια χαρά και όλα με πάσα τάξη.
Μετά, με δανικά λεφτά, εμπιστεύτηκε δουλέμπορους για να τον φέρουν, απ τα άδυτα της Σιβηρίας, στη Γη της Επαγγελίας.
Να βρει την τύχη του στο «Ελληνικό Όνειρο»..
Τι μεσολάβησε από τότε μέχρι προχθές που ‘βαλε το πιστόλι στον κρόταφο;
Κανείς δεν ξέρει. Και κανείς ποτέ δεν θα μάθει.
Κρίμα το παιδάκι, κι αυτοί που πήρε μαζί του.

Οι τηλε-(ιατρο)δικαστές όμως την τιμητική τους και πάλι.
Μια βδομάδα τώρα, σαν να μην υπήρξε άλλη είδηση.
Μαζί τους στα παράθυρα και οι ‘επικοινωνιακοί’ πολιτικοί μαϊντανοί.
Με πρώτη και καλύτερη το μαϊντανό Απασών των Ρωσιών, τη Λιάνα την Κανέλλη.
[ex cathedra βλέπεις, μιας και Ρώσος ήταν ο Μαξίμ Ζελίμ]
Όλοι μαζί σε τελετουργικό εκστασιασμό μαύρης μαγείας.
Να πέσουν κεφάλια.
Να υποβληθούν παραιτήσεις.

Μα δεν υπάρχει καμιά ευθιξία
Σίγουρα υπάρχει πολιτική ευθύνη για την απόδραση»
Γιατί δε γύρισε ο Βουλγαράκης στην Αθήνα;»
ένα παπούτσι φορούσε όταν τον βρήκαν, κυρία ιατροδικαστή;»
είχε πάθει κρυοπαγήματα;»
οι πατούσες του μυρίζανε τυρί;»
τι ώρα κατούρησε χθες το βράδυ, κυρία ιατροδικαστή;»
και τι έκανε το ΠΑΣΟΚ 20 χρόνια για να μην κατουράνε οι φυγάδες όποτε τους αρέσει;»

Μικρό διάλειμμα για διαφημίσεις και επανερχόμαστε.

Και κάθεται ‘κει δα ο φίλος μου ο κυρ-Τάσος ο φαναρτζής και τους κοιτάζει αποχαυνωμένος.
Τουρτουρίζοντας, με μια κουβέρτα στους ώμους του.
Γιατί δε δώσανε φέτος το επίδομα θέρμανσης όπως είχανε υποσχεθεί.
Άλλα πράματα όμως απασχολούν το μυαλό του:

Δε βάφει πια ο κόσμος τ’ αυτοκίνητα»
ακριβύνανε και οι μπογιές..»
ο μεγάλος πάει λύκειο του χρόνου»
σφίξανε και οι τράπεζες τα καταναλωτικά..»

Βαστάει στο χέρι του το τηλεχειριστήριο. Αλλά το δάχτυλο δεν πάει στο αναθεματισμένο εκείνο το κουμπάκι που λέει OFF. Και περιμένει παραλυμένος τη συνέχεια, βλέποντας εντωμεταξύ ένα κοριτσάκι να διαφημίζει το καινούργιο του κινητό που το κουνάς και παίζει μουσική.[1]

Έτσι, μες στη μιζέρια του, ο ‘κυρίαρχος καταναλωτής’ βοηθάει τους καναλάρχες να πλουτίζουν ακόμα περισσότερο, για να μπορούν να του προσφέρουν ακόμα πιο πολλά σκουπίδια στο μέλλον.

Αλλά οι καναλάρχες κυρ-Τάσο, που τόσο κόπτονται για την έγκυρη ‘ενημέρωση’ σου, για το ιερό λειτούργημα της δημοσιογραφίας, και για το ρόλο της στη σύνταξη μιας δημοκρατικής και δίκαιας Πολιτείας για σένα και τα παιδιά σου, δεν μένουν στον Κορυδαλλό ούτε συγχνωτίζονται με το Ντίκο τον μπακάλη στο ταβερνάκι της γειτονιάς.

Ούτε τους νοιάζει αν πλημμυρίζει η Καλιρρόης κάθε φθινόπωρο.
Ούτε αν τα πανεπιστήμιά μας είναι μπάχαλο.
Τα δικά τους τα παιδιά σπουδάζουν στο Harvard, τo Stanford και το Princeton.

Εκείνοι συγχνωτίζονται με τον Clinton, τον Bill Gates και τον Mike Dell.
Στο Chamonix, το Montreux και το Davos.
Και το μόνο που δεν τους απασχολεί είναι ο Μαξίμ Ζελίμ.

Γι’ αυτό πάτα το επιτέλους το ρημαδιασμένο το κουμπάκι κυρ-Τάσο και πιάσε ένα καλό βιβλίο στα χέρια σου. Κι αντί να μαθαίνεις για τη Ρωσία μέσα απ’ το δράμα του Μαξίμ Ζελίμ, μάθε απ’ τον Τολστόι και τον Ντοστογιέφσκι. Δεν θα το μετανιώσεις. Και να σου πω και κάτι; σου υπόσχομαι πως έτσι θα γίνεις και καλύτερος άνθρωπος.
Τόσο καλός που θα μπορείς πια εύκολα να πετάς τα τηλεοπτικά σκουπίδια, που επιμελώς σου σερβίρουν, στο μόνο χώρο που δικαιωματικά ανήκουν: Στις χωματερές του μυαλού σου.
Τότε και μόνο τότε θα γίνεις ελεύθερος άνθρωπος και ‘υπολογίσιμος’ πολίτης και ψηφοφόρος..
Τότε και μόνο τότε, εσύ ο ίδιος, και μόνο εσύ, θα μπορέσεις να φτιάξεις με τα χέρια σου την Πολιτεία που ονειρεύεσαι.
Όνειρα;
Ε, αυτά δεν είναι που μας τρώνε;
Αλλά και που μας σώζουν!

Η. Χαραλαμπίδης

[1] Όπως και κείνο κει το τζιπ ρε παιδιά που ενώ κάνει 34,000 ευρώ μπορείς να το αποκτήσεις με 50 μηνιαίες δόσεις των 340 Ευρώ. Σαράντα χρόνια μαθηματικά σπουδάζω, αυτή την άσκηση δε μπορώ να τη λύσω!!

December 30, 2005

Άνευ τίτλου και αιτίας..

(Ανοίξτε τα ηχεία σας)
το «windmills of your mind» τραγουδά η Dusty Springfield.
οι παλαιότεροι θα θυμούνται ότι είναι το soundtrack
απ’ το αριστούργημα του Norman Jewison
«The Thomas Crown Affair» (1968) με τον αλησμόνητο
Steve McQueen και την εκθαμβωτική Faye Dunaway

(ποιος θα μπορούσε να ξεχάσει άλλωστε εκείνη την παρτίδα σκάκι..)
~~
[αξιοζήλευτοι όσοι στο μυαλό τους κουβαλάνε ανεμόμυλους]
ΗΧ

~~

Πήγα μια βόλτα μέχρι το βενζινάδικο το πρωί, να βάλω αντιψυκτικό στο αυτοκίνητο.
Πονέσανε τα κόκαλά μου απ’ το κρύο!
-3˚ με αέρα και υγρασία.
Το Ρότερνταμ σκεπασμένο με παγετό και χιόνι.
Ο ουρανός, με ‘κεινο το γκριζο-άσπρο του χιονιά, έτοιμος να εκραγεί.
Απ’ το παράθυρο μου, η λίμνη Kralingen κάτασπρη, με τις πάπιες, τις χήνες και τους κύκνους ν’ αγωνιούν για τον επιούσιο.
Όμορφα είναι.
Κι έτσι θα ‘πρεπε να ‘ναι παραμονή Πρωτοχρονιάς.
~~
Όμως, σα να βλέπω τους μαθητές μου στη Σιγκαπούρη, ξαπλωμένους με τα σορτσάκια τους στο γρασίδι, σε 28˚, να γράφουν τις διπλωματικές τους.
Το αδιαχώρητο στα τραπεζάκια του Coffee Bean στην Orchard.
Να δίνεις μάχη για μια καρέκλα έξω, στο μπιστρό του Borders.
~~
Και γω σκέφτομαι..
Τι άλλο έχω άλλωστε να κάνω;
Επιλογές, επιλογές, επιλογές..
But isn’t that what it's all about after all?

Ευτυχισμένο το 2006!

Η. Χαραλαμπίδης

December 17, 2005

Ίχνος

(Ανοίξτε τα ηχεία σας)
το «windmills of your mind» τραγουδά η Dusty Springfield.
οι παλαιότεροι θα θυμούνται ότι είναι το soundtrack
aπ’ το αριστούργημα του Norman Jewison
«The Thomas Crown Affair» (1968) με τον αλησμόνητο
Steve McQueen και την εκθαμβωτική Faye Dunaway
(ποιος θα μπορούσε να ξεχάσει άλλωστε εκείνη την παρτίδα σκάκι..)
~~
[αξιοζήλευτοι όσοι στο μυαλό τους κουβαλάνε ανεμόμυλους]
ΗΧ

~~


- «Διαβάζεις ρε τον 'Βασίλη';»
- «μα επιτρέπεται τώρα εσείς, καθηγητής άνθρωπος, να ασχολείστε με τέτοια πράματα;» μου λέει πριν από λίγο, μισο-αστεία μισο-σοβαρά, ένας παλιός φοιτητής μου που με πήρε για τα ‘χρόνια πολλά’.

Ανάμεσα στ’ άλλα, το 'φερε η κουβέντα και στο TRAIL: ένα ερευνητικό ινστιτούτο που στήσαμε πριν από μερικά χρόνια, σε συνεργασία με το Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο του Delft. TRAnsport, Infrastructure & Logistics σημαίνει τ’ όνομα.
Έξυπνο. Δε θυμάμαι ποιος το ‘χε πρωτοσκεφτεί.

Έτσι όπως τιτιβίζαμε για να περνά η ώρα, μου άναψε ένα φωτάκι.
Και του ‘κλεισα το τηλέφωνο στα γρήγορα για να γράψω, μπας και το ξεχάσω πα' στην κουβέντα.

Trail, για τους αγγλομαθείς, σημαίνει και κάτι άλλο:
Είναι η λεπτή, μεταξωτή αυτή γραμμούλα που βλέπεις τ’ ανοιξιάτικα πρωινά πα’ στις δροσοσταλίδες του κήπου σου, και που σου λέει με τρόπο αδιάψευστο πως από δω έχει περάσει ένα σαλιγκαράκι.

Να γιατί γράφω, Αντώνη.

Η. Χαραλαμπίδης

ΥΓ: Και μιας και δε ξέρω πότε θα με ξαναδείτε, αρωγός γαρ στις Χριστουγεννιάτικες προετοιμασίες του ‘αφεντικού’ μου, σας εύχομαι ολόψυχα Καλές Γιορτές και καλή προκοπή το 2006.

December 14, 2005

Κισμέτ

opera buffa σε τρεις πράξεις

ΠΡΑΞΗ ΠΡΩΤΗ: Wei Ho
Είναι ένα αντικάδικο στη Σιγκαπούρη.
Tanglin και Grange γωνία.
Ο πατέρας του Wei Ho είχε φέρει τα πρώτα κομμάτια μαζί του από την Κίνα το ’48.
Στα 70 του σήμερα ο Wei Ho, έχει ένα γιο, μία κόρη, τρία εγγόνια, πολύ καμάρι, και φυσικά τη Sock Pheng!
Ο γιος κομπιουτεράς. Στέλεχος μεγάλης πολυεθνικής. Η κόρη γιατρός. Μια χαρά ταχτοποιημένα και τα δυο τα παιδιά. Ζουν όλοι μαζί, γονείς, παιδιά κι εγγόνια, σ’ ένα μεγάλο σπίτι στο Bukit Timah. Τα παιδιά φροντίζουν τους γονείς και, φυσικά, χαρτζιλικώνουν αδρά τον Wei Ho που δε χρειάζεται πια να δουλεύει. Το μαγαζί το κρατάει ανοιχτό από σεβασμό στη μνήμη του πατέρα του, αλλά και για χατίρι της Sock Pheng που δε τον θέλει πια μεσ’ στα πόδια της, αφού τα τρία εγγόνια δεν της αφήνουν δευτερόλεπτο ελεύθερο όλη μέρα.

Πολλά απ’ όσα βλέπεις, μου λέει μια φορά, τα ‘χε αγοράσει ο πατέρας μου. Εγώ δεν αγοράζω πια. Όταν ‘φύγουν’ αυτά εδώ, θα το κλείσω. Πιο πολλά θα βγάζω νοικιάζοντας το μαγαζί.

Τον ξέρω πια καλά για να ‘μαι σίγουρος πως δεν το εννοεί.
Γι’ αυτό και έχει βάλει τις τιμές του στα ύψη.
Ώστε να μη πουλάει τίποτα.
Και να ‘χει έτσι τη δικαιολογία να παραμένει στη θέση του.
Εκεί που θα ξανασμίξει με τον πατέρα του.
Ακουμπισμένος πάνω στον ίδιο ξύλινο πάγκο όπου πριν από 60 χρόνια, σκαρφαλωμένο ένα δεκάχρονο αγόρι με τιράντες και κοντά παντελονάκια άκουγε μαγεμένο, μ’ ανοιχτό το στόμα, το γέρο κινέζο να του διδάσκει την τέχνη του ψησίματος της πορσελάνης.

ΠΡΑΞΗ ΔΕΥΤΕΡΗ: Is there anybody out there?
Το 2000 που τον πρωτογνώρισα, είχα δει ένα βάζο στο μαγαζί του.
Είχα κολλήσει για ώρα πάνω του, μαγνητισμένος με τον τρόπο που με κοίταζε η κινεζούλα απ’ την κυανόλευκη πορσελάνη.
Όπως το χάζευα, δεν ξέρω αν το’ χετε αισθανθεί καμιά φορά αυτό, ένοιωσα δυο μάτια καρφωμένα στο σβέρκο μου. Αναπήδησα. Με είχε πλησιάσει από πίσω χωρίς να τον πάρω χαμπάρι και με κοίταζε χαμογελώντας:

- «it waits here for you sir» μου ‘χε πει.

Χαμογέλασα ευγενικά στην μεταφυσική 'προσπάθεια' του πωλητή.
Το διεισδυτικό και μυστηριώδες χαμόγελό του όμως, όπως το χαμόγελο του κάθε ‘υποψιασμένου’ κινέζου, σου ‘λεγε με τα μάτια πως θα πρέπει να υπάρχει και κάτι άλλο εκεί έξω, πέρα απ’ αυτό που μας λένε οι αισθήσεις και το μυαλό μας.

Δε μιλάει πολύ ο Wei Ho.
Τουλάχιστον όχι με το στόμα.
Οι πελάτες που μπαίνουν μέσα δεν τον βλέπουν καν, έτσι που ‘ναι χωμένος πίσω απ’ το γραφειάκι του.
- «Πώς φαντάζεσαι το Άπειρο Wei Ho;» τον ρώτησα μια φορά, όπως κολατσίζαμε δυο μπολάκια noodles.
- «Λιλά πουκάμισο φοράς σήμερα προφέσορ», μου απαντά. «Σιγκαπουριάνος μου ‘γινες τελικά».

ΠΡΑΞΗ ΤΡΙΤΗ: Κισμέτ
Κάθε φορά που ‘μαι κει, περνάω να το χαζέψω.
Με μια κρυφή αγωνία μπας και με ‘πρόδωσε’.
Αυτό όμως πιστό, πάντα στην ίδια θέση.
Πάντα με τον ίδιο τρόπο με κοιτάει η κινεζούλα.
Πέντε χρόνια τώρα.
Λες ρε συ όντως να με περιμένει;
Πού ξέρεις..
Ίσως του χρόνου.
Αν ο Nasdaq πάει λίγο καλύτερα..
~~
Το ξέρουμε πολύ καλά κι δυο μας Wei Ho:
Εκεί θα ‘ναι.
Και θα με περιμένει.

Η. Χαραλαμπίδης

December 10, 2005

Μίνα

Σας έχω μιλήσει κι άλλοτε για τη μικρότερη αδελφούλα μου και για το πόσο περήφανος είμαι γι’ αυτήν.
Και ας παραπονιέται ότι ήμουνα πάντοτε "too busy" και ότι ποτέ δεν της αφιέρωσα το χρόνο που θα όφειλα, και θα ήθελε.
Ακολουθεί η απάντησή της στο άρθρο μου για τη θανατική ποινή (βλ. «Εκεί που πέθανε η συγνώμη», δυο στενά παρακάτω).
Και παρόλο που δεν φιλοξενώ απόψεις τρίτων, είμαι βέβαιος πως θα μου επιτρέψετε την εξαίρεση στη συγκεκριμένη περίπτωση.

/quote
Now you have touched a moral nerve, you have uncovered an ethical dilemma that splits my thinking right in the middle. We are talking of the “two faces of Mena” kind of schism.

Personally I am pro death penalty for rapists, murderers (other than self-defence), paedophiles and child abusers, women batterers and some other psychopathic manifestations such as animal torture and sadism. I consider sociopaths beyond the scope and hope of rehabilitation and I can muster no empathy for them.

But what about this patient of mine who, at the age of 20, and during one of his college extravaganzas, decides to buy some coke for himself and his friends and gets arrested? He is put on PTI (pre-trial intervention, a form of probation but with no permanent record) and he is mandated to seek therapy (enters Dr. Charalambidis-Urban). It is now 10 years later and he is a paediatrician, religious NA (Narcotics Anonymous) participant and contributor. Do I tell Dr. K. that he should have been hanged at the age of 20?

Or what about the 21 year old girl who, after being raped by her father, drives to Asbury Park ( a shady city at the shore) to buy anything that she can get her hands on to do herself in. Fortunately she approaches an undercover narco-cop. After it is ascertained that she is suicidal, she is sent to the hospital. Act II, enters yours truly. Act III takes place about 11 years later and she is now the head nurse in the ER at the hospital. Through the years, she has recounted many stories of lives she has saved including that of a cop who was shot by a drug dealer. Do I tell her that it would have cost society a lot less if she was executed? Or do I tell the cop she saved that the world would have been a safer place without her?

No, I am not making it up. But, if you have a few more hours, I can tell you a dozen more stories. These people were not sociopaths. They were lost souls caught in the grinds of an outrageous life and needing someone to pluck them out and give them a second chance.

I wonder if Singapore’s peremptory morality is about justice or about what we psychologists call splitting: we split, disown and dissociate the most shaming, tenebrous aspects of our psych and we project them on someone else, preferably someone weak, whom we then proceed to punish mercilessly and sadistically.

I too want to sleep with my door open, or walk to my car without thoughts of being raped, but not at the price of moral tunnel vision. It is a lot easier to use the same moral yardstick for everything, to adopt a moral indignation that shields us from disturbing dilemmas, but then I do wonder what happens to our humanity, critical thinking, and imagination. Would this be the path to evolution or devolution?

I too get scared when Euc goes to Amsterdam, I am scared because I know that young people experiment, and thumb their noses at danger and death all the time. That they make mistakes and give into temptation. I get scared because I know that the path of individuation is through rebellion, challenging of the status quo and breaking rules, even if they are re-adopted later on, or new ones are made. And where would the rest of us be without the Galileo’s of this world (they too broke some very sacred laws). But can you imagine if I had to worry that he will be hanged if he was caught with a gram of coke? I could not live with that, could you my brother?

This over-sanitized over-civilized hyper-“cerebralized” society that Singapore aspires to be reminds me of an old star trek episode, the Festival. Do you remember?

My years in the therapist’s chair have shown me over and over that EVERY one’s psych is a simmering and babbling primordial soup which, once in a while (to our shock and dismay), spits out some very insalubrious ingredients, whether there are laws against it or not. I would sleep better if I believed that, at that time, I would be judged with a little more leniency than the chronic and stone- hearted sociopath. Maybe that’s my own utopia.

Furthermore, if we attempt to allay our fears about safety with draconian and hegemonic rules aren’t we creating the Orwellian negative utopia that a lot of us confirmed “democrats” vehemently object to?

Ok, as the song says, I said too much.
Kisses,
Mena
/unquote

Η. Χαραλαμπίδης

December 09, 2005

Οικονομική διπλωματία

Μην τρελαθούμε κιόλας ρε παιδιά!

Για χρόνια τώρα, απ’ τα χρόνια του Ανδρέα Παπανδρέου ακόμα, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ κονταροχτυπιούνται για την πατρότητα, αλλά και την τεράστια σημασία, της οικονομικής διπλωματίας.
Υπάρχει άραγε κανείς σώφρων που να αμφισβητεί τη σημασία αυτή;

Θυμάμαι, πριν κάνα δυο χρόνια, ο Γιώργος Παπανδρέου, σαν ΥΠΕΞ τότε, είχε στείλει μια άψογα γραμμένη εγκύκλιο προς όλες τις πρεσβείες[1], παροτρύνοντας τους πρέσβεις μας να ανασκουμπωθούν και να αρχίσουν να «πουλάνε» τη χώρα μας όπως όλοι οι άλλοι συνάδελφοί τους.
Και μάλιστα, για να το κάνει πράξη, ενέταξε τους οικονομικούς συμβούλους των πρεσβειών, μέχρι τότε υπαγόμενους στο Υπουργείο Οικονομικών, στο ΥΠΕΞ.

Αλλά μόλις ο Τσαρλς Ρις παίνεψε σήμερα τα F16 αεροπλάνα του, όπως εμείς τα γιαούρτια μας κι Ολλανδοί τα τυριά τους, βγήκε ο Απόστολος Κακλαμάνης, ένας απ’ τους πιο σοβαρούς και έμπειρους πολιτικούς μας, με δημόσιες δηλώσεις, λέγοντας πως ο Καραμανλής δεν θα ‘πρεπε καν να δεχθεί να δει ένα πρέσβη που περιφέρεται σαν πλασιέ!

Τι να πω τώρα εγώ για το θέατρο του παραλόγου..
Πόσο φτηνή μπορεί πια να γίνει η στείρα αντιπολίτευση ρε Αποστόλη;
Θα μου πείς βέβαια ότι τ’ αεροπλάνα δεν είναι τυριά ούτε γιαούρτια.
Σωστό.
Αλλά αυτό είναι ένα άλλο θέμα.
Που χρήζει διαφορετικής ‘γλώσσας’ και προσέγγισης.
Στο κάτω της γραφής, ο καθένας ό,τι έχει πουλάει.
Άλλος αεροπλάνα, κι άλλος γιαούρτια..
..που έχουν και πολλές χρήσεις.

Η. Χαραλαμπίδης
[1] Την αναζήτησα αλλά δεν μπόρεσα να τη βρω. Αν κάποιος την έχει ακόμα ας μου τη στείλει.

December 03, 2005

Εκεί που πέθανε η συγγνώμη

6 π.μ.
Πάντοτε την ίδια ώρα.
Την ώρα που ανατέλλει ο ήλιος, κάθε μέρα, όλο το χρόνο.
Και πάντοτε Παρασκευή.
Στις φυλακές Changi.
(Το κολαστήριο των Γιαπωνέζων στα χρόνια της κατοχής)
Δίπλα στο διεθνές αεροδρόμιο.

Άφησε την τελευταία του πνοή.
Άδοξα. Μικρό παιδάκι, μόλις στα 25 του.
Στην άκρη ενός σκοινιού που 'σπασε σα μαρουλόφυλλο τον παιδικό του σβέρκο.
Για 400 γραμμάρια ηρωίνης.
Ισοδύναμα όμως με 26.000 δόσεις...
Θλιβερό πράγματι.
Τι σκέφτεσαι άραγε όταν, ανοίγοντας η πόρτα, αντικρίζεις μπροστά σου το απειλητικό θέαμα της αγχόνης;
Όταν συνειδητοποιείς πως, σε μερικά λεπτά, όλα θα ‘χουν πια τελειώσει;

Ούτε λέξη για απονομή χάριτος απ’ τον Πρόεδρο Nathan.
Η ποινή είναι υποχρεωτική (mandatory) στη Σιγκαπούρη.
Για εμπόριο ναρκωτικών, δολοφονία, χρήση όπλων και εσχάτη προδοσία, ο νόμος είναι αμείλικτος στη χώρα αυτή. Το ‘συγνώμη’ και η επιείκεια έχουν πεθάνει εδώ και χρόνια. Αποτέλεσμα; η ασφαλέστερη χώρα στον κόσμο. Τι θα ήσουν διατεθειμένος να πληρώσεις Βασίλη για ένα τέτοιο αγαθό; Ιδιαίτερα σήμερα; Για να κοιμάσαι με την πόρτα ορθάνοιχτη κάθε βράδυ;
Εγώ ό,τι έχω και δεν έχω.
Ακόμα και τις ευαισθησίες μου για το ύψιστο αγαθό του δικαιώματος στη ζωή.

Δεν θέλω να πιάσω σήμερα το μεγάλο αυτό θέμα που εξακολουθεί να διχάζει την ανθρωπότητα.
Το θέμα του δικαιώματος στη ζωή.
Του δικαιώματος όμως στη ζωή τόσο του θύτη, όσο και των 26.000 θυμάτων του.
Του πόνου και της αγωνίας του θανατοποινίτη και της οικογενείας του, αλλά και της δικιάς μου αγωνίας, κάθε φορά που ο Ευκλείδης γυρίζει αργά από κάποιο πάρτι στο Άμστερνταμ.
Και μπορεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση να ‘χει καταργηθεί η θανατική ποινή, δεν παύει όμως να υπάρχει στις περισσότερες χώρες της Ασίας.
Μ’ άλλα λόγια, υπάρχει σε πολιτισμούς με αξίες που βάζουν το γενικό καλό πάνω απ’ τον ψευδεπίγραφο ανθρωποκεντρισμό μας.

Μια παρατήρηση θα κάνω μόνο.
Για την στάση των Αυστραλών, και τις δηλώσεις του πρωθυπουργού John Howard ότι η εκτέλεση του Nguyen θα έχει επιπτώσεις στις σχέσεις των δύο λαών.

Όποιος ξένος μπαίνει στη Σιγκαπούρη, όντας ακόμα μέσα στ’ αεροπλάνο, συμπληρώνει τη λευκή καρτούλα εισόδου.
Εκεί, πάνω απ’ την υπογραφή σου, με μεγάλα κόκκινα γράμματα, λέει:

DEATH TO DRUG TRAFFICKERS.-

Τελεία και παύλα.
Δεν μπορείς να πεις «δεν ήξερα».
Δεν το είδα.
Δεν ξέρω γράμματα.
Δεν κατάλαβα.
Συγνώμη.

Μπορείς άμα θες να τα πετάξεις.
Σε μια τουαλέτα.
Σ’ ένα από τους πολλούς κάδους απορριμμάτων.
Πριν περάσεις τον έλεγχο.
Ή να μην πας καθόλου στη Σιγκαπούρη αν δεν σ’ αρέσουν οι νόμοι της.

Αν όμως παρόλα αυτά αποφασίσεις να το ρισκάρεις, to take your chances που λέμε, τότε κάνεις απλά, και απόλυτα συνειδητά, ένα ψυχρό υπολογισμό:
Σταθμίζεις τα οφέλη του να μη σε πιάσουν, με το κόστος του να σε τσιμπήσουν.
Και παίρνεις τις αποφάσεις σου.
Αλλά τότε, αν το πράμα ‘στραβώσει’, το μόνο που μπορείς να πεις είναι «παίξαμε και χάσαμε».
Και με το κεφάλι ψηλά, και συ και η οικογένειά σου, προσεύχεσαι στο Θεό να σε συγχωρήσει για το έγκλημά σου.

Το ίδιο που θα ‘πρεπε να ΄χε κάνει και ο κύριος Howard.
Αντί να κάνει ολονυχτίες και να γίνεται γραφικός.
Πόσο μάλλον όταν κόπτεται να βγάλει τη χώρα του απ’ τον ‘down under’ απομονωτισμό της και να την εντάξει στην Ασιατική οικονομική κοσμογονία.

Υπάρχει όμως και η άλλη άποψη. Η ιδεατή. Αλλά και η, με τα σημερινά δεδομένα, ουτοπιστική: Δεν κρεμάς τον έμπορο ναρκωτικών και τον τρομοκράτη, αλλά φροντίζεις, δείχνοντάς τους ένα μέλλον και μια προοπτική, να μην υπάρχουν έμποροι ναρκωτικών και τρομοκράτες.

Καλά τα λόγια, αλλά ας σοβαρευτούμε.

Όταν, μέσα στην παγκοσμιοποίηση και τον φιλελευθερισμό, πολίτες, οικογένειες και έθνη αγωνιούν και παλεύουν να αντιμετωπίσουν την καθημερινότητά τους, αλλά και την απόδοση των μετοχών τους, όταν όλοι ζητούν μικρότερη Κυβέρνηση και λιγότερους φόρους, και όταν είναι καθένας για την πάρτη του, ποιος πολίτης και ποια Κυβέρνηση θα μιλήσουν, αλλά και θα αφιερώσουν τους περιορισμένους πόρους τους, για το χτίσιμο μιας, παγκόσμιας πια, κοινωνίας με ανθρώπινο πρόσωπο;

Και την πίτα σωστή και το σκύλο χορτάτο δε γίνεται.
Δυστυχώς.

Η. Χαραλαμπίδης

ΥΓ: Και για να ευθυμήσουμε λιγάκι μετά από κάτι τόσο θλιβερό: Αυτό το ξέρατε; Ένα απ’ τα πιο αγαπημένα σπορ των ‘Aussies’, απαγορευμένο σ’ όλο τον κόσμο εκτός απ’ την Αυστραλία, είναι το midget tossing: Μεγαλόσωμοι γεροδεμένοι άντρες συναγωνίζονται ποιος θα πετάξει πιο μακριά ένα νάνο! Ρεκόρ 9 μέτρα από ένα φορτηγατζή. Το πιο ωραίο όμως δε σας το ‘πα. Δεν έχουν κανένα πρόβλημα με το σπορ, λέει, αλλά αποφάσισαν ότι δεν είναι πολιτικά σωστό να τους αποκαλούν midgets. Έτσι, στη down under, οι νάνοι πλέον ονομάζονται «vertically challenged persons”. Στο Queensland, μου έλεγε μια φίλη μου, μαζεύονται απ’ όλο τον κόσμο να παρακολουθήσουν το ΄θέαμα’. Το τι γέλιο πέφτει δεν περιγράφεται.
Και η Foster ρέει φυσικά ακατάπαυστα.
Burp..
Σόρι εντ χαβ α γκουντ ντάι μέητ!

November 27, 2005

Κόκκινη κλωστή δεμένη


Επέστρεψα!
Τέρμα τα ψέματα (για φέτος), και κάθε κατεργάρης στην.. Έδρα του.
- «σα να καλοπερνάς εσύ στη Σιγκαπούρη μου φαίνεται» μου λέει σήμερα το πρωί η Σέβη η ξαδέρφη μου.
Κι έτσι αποφάσισα να γράψω.
Έτσι για την ιστορία.
Πού ξέρεις; Μπορεί σε καμιά σαρανταριά χρόνια ο Ευκλείδης να το διαβάζει στον Ηρακλή τον ΙΙΙ, που λένε κι οι γαλαζοαίματοι, και να του λέει:
- «Να ρε χαμένε. Για δες τι έγραφε ο παππούς σου όταν δεν είχε δουλειά να κάνει» (which is usually the case, όπως δεν παραλείπει να μου υπενθυμίζει ανελλιπώς ένας καλός συνάδελφος).
Και γω από κει πάνω θ’ ακούω, φυσικά, και θα καμαρώνω.

Ένα παραμύθι ήταν εκείνο το σαββατόβραδο, 12 Νοέμβρη 2005.
Και μόνο σαν παραμύθι μπορώ να το διηγηθώ.

Κόκκινη κλωστή δεμένη, στην ανέμη τυλιγμένη
δώσ’ της κλώτσο να γυρίσει, παραμύθι ν’ αρχινήσει

Οικοδεσπότης μας ο Goh Chok Tong. Ο δεύτερος Πρωθυπουργός της χώρας (1990-2004) και νυν Πρεσβύτερος Υπουργός (Senior Minister) όπως τον αποκαλούν. Ένας ψηλόλιγνος χαμογελαστός άνθρωπος που το όλο του παρουσιαστικό αποπνέει μια διάχυτη πραότητα και καλοσύνη. A benign countenance, που θα ‘λεγαν οι αγγλομαθείς. Καμιά πενηνταριά νομάτοι όλοι κι όλοι οι συνδαιτυμόνες. Μας υποδέχτηκε όλους χαμογελαστός με μια θερμή χειραψία στην είσοδο του Θαλάμου.

Ο Θάλαμος (chamber) του δημοτικού μεγάρου είναι ένας σχετικά μικρός χώρος, ντυμένος σε μάρμαρο μαύρου ρόδου και τροπικό τικ. Δέκα μέτρα τουλάχιστον το ύψος του δωματίου, με ξύλινο εξώστη γύρω-γύρω, προστατευμένο με ένα περίτεχνο ξυλόγλυπτο κιγκλίδωμα. Ο ίδιος χώρος όπου οι Γιαπωνέζοι παραδόθηκαν στους Άγγλους, στις 12 Σεπτέμβρη 1945. Εκεί που οι Άγγλοι παραχώρησαν Αυτοδιάθεση στη Σιγκαπούρη, στις 5 Ιουνίου του 1959. Εκεί που ορκίστηκαν οι τρεις Πρωθυπουργοί της χώρας. Εκεί που θα τρώγαμε.

Το τιμητικό δείπνο δινότανε για να παρουσιαστούν, σε πρώτη προβολή, αποσπάσματα απ’ το εντυπωσιακό ντοκιμαντέρ του Discovery Channel «Η Ιστορία της Σιγκαπούρης».[1] Απ’ το 1819, όταν o Thomas Stamford Raffles αποβιβάστηκε στο τροπικό ψαροχώρι, με τη μοναδική όμως μέχρι σήμερα κομβική θέση στο διαμετακομιστικό εμπόριο (entrepôt) μεταξύ Κίνας και Ευρώπης, μέχρι την εκθαμβωτική μεγαλούπολη του 2005.

Μια ιστορία ανέχειας, θυσιών, αίματος, αποικιοκρατίας, κατοχής, αλλά και σκληρής δουλειάς. Η ιστορία ενός ανθρώπου: του Lee Kuan Yew. Ενός εργατικού, σχεδόν κομμουνιστή, ηγέτη, επιστήθιου φίλου του Harold Wilson, που με σιδερένια πυγμή και άκαμπτη αποφασιστικότητα δημιούργησε απ’ το μηδέν την έβδομη πλουσιότερη χώρα στον κόσμο μέσα σε μια γενιά.

Καθίσαμε.
Τα φώτα χαμήλωσαν.
Αχρείαστα ήτανε έτσι κι αλλιώς, μιας και το δωμάτιο φωτιζόταν απ’ τα παράσημα στα αριστερά πέτα.
Η προβολή, σε δύο οθόνες τεχνολογίας υψηλής ευκρίνειας που άλλαξε την ιδέα που είχα για το χαζοκούτι.
Τα ασημικά και τα σερβίτσια φερμένα επί τούτου απ’ το Μουσείο Ασιατικών Πολιτισμών.
Το μενού; ε,, αυτό άστο καλύτερα γιατί μ’ ένα καφέ είμαι απ’ το πρωί σήμερα ...
Το αγέννητο γουρουνόπουλο πάντως ήταν τόσο καλά γκλασαρισμένο που διόρθωσα τη γραβάτα μου κοιτάζοντάς το.
Η πάπια του Πεκίνου λες και ήταν έτοιμη να πετάξει.
Το παλικάρι που όπως τρώγαμε χόρεψε Wushu (παλιά κινεζική πολεμική τέχνη) αψήφησε όλους τους νόμους της βαρύτητας: περιστασιακά και για κλάσματα του δευτερολέπτου μόνο ακουμπούσαν τα ακροδάχτυλά του στο σανίδι.
Οι άριες που τραγούδησαν τα δύο μέλη της Όπερας του Πεκίνου μας διακτίνισαν ως εκ θαύματος 600 χρόνια πίσω, στους θαλάμους του Αυτοκράτορα, στην Απαγορευμένη Πόλη. Το μακιγιάζ του προσώπου τους τόσο αψεγάδιαστο, που θαρρείς πως κοίταζες πορσελάνινο βάζο δυναστείας Ming.
Τελείωσε και το επιδόρπιο.

Σηκώθηκα όπως τον είδα να ‘ρχεται προς το μέρος μου.
- «people around here call me Hercules, Senior Minister», είπα όπως του ‘δινα το χέρι.
- «David speaks highly of you prof. Hercules»
- «David is a good man, Senior Minister»
- «we should have tea one of these days»
Είπε, ενώ είχε ήδη ξεκινήσει με τεντωμένο χέρι προς τον επόμενο συνδαιτυμόνα.

Τα φώτα δυναμώσανε.
Η μαγεία διαλύθηκε, σαν την ομίχλη που σηκώνεται με τις πρώτες αχτίνες του ήλιου, στη γούβα έξω απ’ το Delft.
Αρχίσαμε να σηκωνόμαστε κι εμείς σιγά-σιγά, κατευθυνόμενοι νωχελικά προς την έξοδο, σιγοψιθυρίζοντας. Σε μια ύστατη προσπάθεια να πάρουμε τη μαγεία μαζί μας.

Στην κορυφή της μαρμάρινης σκάλας κοντοστάθηκα.
Στο ίδιο εκείνο σημείο που στις 9 Αυγούστου του 1965, ακριβώς πριν από σαράντα χρόνια, ο Lee Kuan Yew, με σπασμένη φωνή και ένα δάκρυ στα μάτια, διακήρυσσε την Ανεξαρτησία της Σιγκαπούρης απ’ τη Μαλαισιανή Ομοσπονδία: «For me, it is a moment of anguish…»[2]

Οι απαστράπτουσες μερσεντές, αλφαδιασμένες η μία μετά την άλλη στην άκρη του κόκκινου χαλιού, περίμεναν υπομονετικά με τις μηχανές αναμμένες.
Οι σοφέρ με τα πηλίκια στη μασχάλη και το χέρι στην πόρτα.
Όπως κατέβαινα κι εγώ τη σκάλα του δημαρχείου, άνοιξα το κινητό και, με τρόπο, κάλεσα 65521111.

- «Welcome to Comfort Taxis» με καλωσόρισε το μαγνητοφωνημένο μήνυμα…

Περιμένοντας το ταξί να ‘ρθει, έκανα λίγο πιο κει, προς τη γωνιά του δημαρχείου, χαζεύοντας τα φώτα της πόλης, όπως καθρεφτίζονταν τρεμοπαίζοντας στα κρυσταλλένια νερά του Padang. Ξεκούμπωσα το πάνω κουμπί του πουκαμίσου και πέρασα το δάχτυλο μέσ’ απ’ το κολάρο.

Και άναψα επιτέλους ένα τσιγαράκι...

ΗΧ

[1] Το πρώτο μέρος του τρίωρου ντοκιμαντέρ θα προβληθεί την Κυριακή 4 Δεκεμβρίου.
[2] "For me, it is a moment of anguish. All my life, my whole adult life, I believed in merger and unity of the two territories. Now, I, Lee Kuan Yew, Prime Minister of Singapore, do hereby proclaim and declare, on behalf on the people and the Government of Singapore, that, as from today, the ninth day of August in the year one thousand nine hundred and sixty-five, Singapore shall be forever a sovereign democratic and independent nation, founded upon the principles of liberty and justice and ever seeking the welfare and happiness of the people, in a most just and equal society."

November 12, 2005

Όσα μπορεί να πει ένα κεφτεδάκι

Η ουρά π' αυξάνει φτύνοντάς τον ας λυσσάει, με το ζουρλομανδύα
και με τα ηλεκτροσόκ να τον κλονίσει, θα λάβει ό,τι της αξίζει
στους λαβυρίνθους του εφιάλτη οδηγημένη, αιώνια, δίχως σωτηρία
στην ταχτική δουλεία του δικαστή, που δεν καταλαβαίνει

(Μακρύ Ζεϊμπέκικο για το Νίκο)
Δ. Σαββόπουλος, τραγουδοποιός


- «Εσύ γράφε αυτά που ‘χεις να πεις, χωρίς αναστολές και χωρίς να σε νοιάζει τι λέει ο ένας και ο άλλος» μου λέει τις προάλλες ένας φίλος στη Χάγη.

Και είχε δίκιο φυσικά.
Εγώ όμως εξακολουθώ ν’ ανησυχώ με τα γραφόμενα μου.
Ειδικά τώρα που ο Βασίλης μεγαλώνει και βγάζει δοντάκια..

Μήπως η προσέγγισή μου είναι λάθος;
Μήπως το κοινωνικο-οικονομικό ‘κοστούμι’ που ράβω χρόνια τώρα στην κεφάλα μου θα πρέπει να το ‘πουλήσω’ σαν κοστούμι (βλ. βιβλίο) και όχι κομμάτι κομμάτι (βλ. αρθράκια);
Μήπως η αποσπασματική ανάγνωση οδηγεί σε λάθος συμπεράσματα και έτσι, αντί να ξυπνήσεις Βασίλη, πέσεις σε βαθύτερο λήθαργο;
Μήπως σου κάνει το παντελόνι αλλά δεν σου μπαίνει το σακάκι;
Μήπως υπάρχει άλλος δρόμος καλύτερος και αποτελεσματικότερος;
Μήπως. Μήπως. Μήπως..
Μήπως να τα βροντήσω καλύτερα και να πάω δάσκαλος στο Κολοκοτρωνίτσι;[1]

Μια παράγραφος, η ‘αποσπασματικότητα’ της οποίας με είχε απασχολήσει σοβαρά όταν έγραφα το Τσούζει αλλά μ’ αρέσει (4 Ιουνίου 2005) ήταν η ακόλουθη:

«…Απλά δεν είναι δημοκρατία.Μια παρωδία δημοκρατίας σε βαθιά παρακμή είναι.Και αν είχα να διαλέξω μεταξύ μιας τέτοιας δημοκρατίας και μιας πεφωτισμένης και αδιάφθορης δεσποτείας, σαν αυτή της Σιγκαπούρης, που μόνο μέλημα έχει τη μεγιστοποίηση της κοινωνικής ευημερίας και την προστασία των πολλών απ’ τις πρακτικές ομηρίας των ολίγων (συμπεριλαμβανομένου και του Τύπου, των αισχροκερδών, αλλά και των πάσης φύσης συντεχνιών), θα διάλεγα την τελευταία.Μήπως υπάρχει και καμιά διαφορά;Εμείς απλά βαφτίζουμε το σύστημα ‘δημοκρατία’, ‘ελευθερία’, και νηστίσιμο χταποδάκι. Και το τρώμε βαρυστομαχιάζοντας.Εκείνοι το καλούν με τ’ όνομά του, το αποδέχονται και ζουν ευτυχισμένοι.Η μόνη διαφορά είναι στο βαθμό υποκρισίας…».

Ψαχουλεύοντας απεγνωσμένα για επιβεβαίωση, το ‘χα δείξει σ’ έναν ανεκτίμητο φίλο και σεβαστό δάσκαλο. Ένα λαμπρό, προικισμένο και αδάμαστο μυαλό. Ένα βαθυστόχαστο μελετητή του κοινωνικού μας γίγνεσθαι.

- «Τι λέτε, να το δημοσιεύσω;»
- …

(Εξακολουθεί να διαβάζει σιωπηλός και συνοφρυωμένος).

- «Τι λέτε;» (ξαναρωτώ, τρώγοντας τα νύχια μου..).
- …

Τελειώνοντας το διάβασμα σηκώνει τα μάτια, καμακώνει ένα κεφτεδάκι, και το περιεργάζεται σα να μην είχε ξαναδεί κεφτεδάκι στη ζωή του.
Ήταν μαζί μου αλλά δεν ήταν εκεί.
Στους λαβυρίνθους του εφιάλτη οδηγημένος.
Δεν τόλμησα να τον διακόψω.
Κάποτε επέστρεψε.

- «Βάλτο ρε συ Ηρακλή. Βάλτο να πάει στο διάολο..»

«Γέρασε πια» σκέφτηκα χαμογελώντας στοργικά όπως σήκωνα το ποτήρι στην υγειά του, νεύοντας ανεπαίσθητα το κεφάλι, σε μια βουβή, συνωμοτική, ένδειξη ευγνωμοσύνης κι ενός για χρόνια ανομολόγητου σεβασμού.

Δεν είπαμε πολλά σ’ εκείνη μας τη συνάντηση.
Τι είχαμε άλλωστε να πούμε..
Μου ‘δειξε με συγκρατημένο καμάρι μια φωτογραφία του εγγονού του.
Όμορφο παλικάρι.
Στην ηλικία του Ευκλείδη.

- «Αχ και να τον έβλεπε τώρα η γιαγιά του..»
Γύρισα τη φωτογραφία ανάποδα πα’ στο τραπέζι και με την παλάμη μου προσπαθούσα για ώρα να την ξετσαλακώσω με μια αφύσικη επιμέλεια και σοβαρότητα. Για να μη δω τα μάτια του.

- «αυτό το πορτοφόλι το θυμάμαι τουλάχιστο είκοσι χρόνια» ήταν το μόνο που βρήκα να πω μετά από κάμποση ώρα.
- «Όντως. Η … μου το ‘χε πάρει, μια φορά που ‘χαμε πάει μαζί στη Μαδρίτη. Ε, κι από τότε δεν έτυχε να τ’ αλλάξω..»

Έστριψα τον laptop προς το μέρος μου.
(Μυγάκια πρέπει να ‘χε στον κήπο..)
Και πάτησα ‘Publish’.

- «Νοστιμότατο» είπε χαμογελώντας πονηρά, κοιτάζοντάς με με την άκρη του ματιού του, πίσω απ' τους χοντρούς φακούς των γυαλιών του.
Και μάλλον στο κεφτεδάκι πρέπει να αναφερόταν.
Που ‘χε αρχίσει επιτέλους να μασουλάει.


Η. Χαραλαμπίδης

[1] Τ’ όνομα του φανταστικού χωριού της ορεινής Αρκαδίας όπου διαδραματίζεται η εξαίσια σειρά του Χάρη Ρώμα και της Άννας Χατζησοφιά «Το Καφέ της Χαράς». Βλέπε ομώνυμο άρθρο μου στις 7 Μαΐου 2005.

November 04, 2005

Ουδείς προφήτης στον τόπο του

Δεν το πιστεύω!
Λες επιτέλους ρε Βασίλη τα λόγια μου ν’ άρχισαν να πιάνουν τόπο;

Το Εθνικό Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο (ΕΡΣ) έκλεισε το βωμολόχο ραδιοσταθμό BEST, επικαλούμενο τη «συνεχόμενη χαμηλή ποιοτική στάθμη προγραμμάτων μετά από σειρά χυδαίων εκφράσεων».
Χωρίς περιστροφές και πολλά λόγια.
Μια κι’ έξω.
Μπαμ και κάτω.

Ακρότητα το χαρακτήρισε ο Νίκος Αποστολάκης.
Φίμωση είπε ο Ανδρέας Λοβέρδος
Οργή εξέφρασε ο Συνασπισμός. Αίολη και βαρύτατα λογοκριτική χαρακτήρισε την απόφαση.
Ακροδεξιά πολιτική την χαρακτήρισαν κάποιοι ανεγκέφαλοι.
Επιστροφή στην επταετία είπαν κάποιοι άλλοι.

Το μόνο που ‘χω να πω εγώ είναι θερμά συγχαρητήρια.
Στο ΕΡΣ και την Κυβέρνηση.
Αυτό, για μένα, είναι μηδενική ανοχή.
Όλα τ' άλλα είναι απλώς οδοντόκρεμες..
Σήμερα νιώθω περήφανος.


Η. Χαραλαμπίδης

ΥΓ1: και για να μην ξεχνιόμαστε, ξαναδιαβάστε τις ακρότητες δυο στενά παρακάτω.

ΥΓ2: Και μιας και το ‘φερε η κουβέντα, άντε πάλι η Σιγκαπούρη.
Άκουσα την Τρίτη τον Lee Kuan Yew, τον ιδρυτή της Σιγκαπούρης και μια απ’ τις μεγαλύτερες πολιτικές φυσιογνωμίες του 20ου αιώνα, να λέει για το μεγάλο θέμα των ΜΜΕ:
«Ό,τι είχα πει το 1959, ισχύει στο ακέραιο και σήμερα. Σε καμία περίπτωση δεν είναι προς όφελος της Σιγκαπούρης η φίμωση του Τύπου. Κάτι τέτοιο δε συνάδει με τη γενικότερη φιλοσοφία μας. Όμως, ο δημοσιογράφος θα πρέπει να κάνει τη δουλειά του υπεύθυνα, γνωρίζοντας πως αυτό που προέχει είναι το ευρύτερο δημόσιο συμφέρον και όχι η ακροαματικότητα ή η οικονομική ικανοποίηση των μετόχων της εφημερίδας του»

Having said all this, however, το μεγάλο Ερώτημα παραμένει: Ποιος αποφασίζει τελικά τι είναι το ευρύτερο δημόσιο συμφέρον; Το κρασί αυτό σηκώνει πολύ νερό και το νερό αυτό πηγάζει μέσα απ’ τη γενικότερη Παιδεία μας ως λαού. Σίγουρα όμως, το ευρύτερο δημόσιο συμφέρον δεν εξυπηρετείται με λαϊκισμό, κιτρινισμό, συκοφαντία, βωμολοχία, και λέξεις όπως «τραγόπαπας» και «μαλάκας» όταν ακούγονται δημόσια.

Αυτά από την ‘απολυταρχική’ Σιγκαπούρη..
ΗΧ

October 29, 2005

Τηλεδίκες

Έτσι όπως μάζευα και πάλι τις βαλίτσες μου για την αυριανή αναχώρηση στη μακρινή Σιγκαπούρη, ‘κεί δα που χάζεβα απ' το παράθυρο της αετοφωλιάς μου το ηλιοβασίλεμα στη λίμνη Kralingen, ρουφώντας ένα παγωμένο viu manent cabernet sauvignon special selection και ακούγοντας το δεύτερο κονσέρτο για πιάνο και ορχήστρα του Ραχμάνινοφ με τον αξεπέραστο Βλαδίμηρο Χόροβιτς και τη φιλαρμονική της Νέας Υόρκης, μου ‘ρθε να γράψω δυο γραμμές.
Έτσι, στην τούρλα του Σαββάτου.
Χωρίς να το ‘χω προγραμματίσει.
Spontaneously, που λένε κι' οι Κινέζοι.
[Να μη σας αφήσω και παραπονεμένους για τρεις βδομάδες!]

Δυο γραμμές για τις τηλε-δίκες και τους τηλε-δικαστές.

Όταν δεν υπάρχει συγκροτημένο Κράτος, αναλαμβάνουν οι τηλε-δικαστές.
Όταν η Δικαιοσύνη είναι σε αποσύνθεση, αναλαμβάνουν οι τηλε-δικαστές.
Όταν στήνουν χορό τα λαμόγια και θριαμβεύει η ατιμωρησία, αναλαμβάνουν οι τηλε-δικαστές.

Όταν ο Πρωθυπουργός παραμένει παρατηρητής μαθητευόμενων μάγων, αναλαμβάνουν οι τηλε-δικαστές.
Όταν η διαπλοκή ΜΜΕ και Αντιπολίτευσης παραμένει πανίσχυρη, και όταν η μόνη αντιπολιτευτική στρατηγική είναι η ‘πολιτική φθορά’ της Κυβέρνησης με αποκαλύψεις σκανδάλων σε τηλεοπτικές χαβούζες, αναλαμβάνουν οι τηλε-δικαστές.
Όταν ο πολιτικός θα πουλούσε και τη μάνα του για πέντε λεπτά τηλε-(εκ)παραθύρωσης, αναλαμβάνουν οι τηλε-δικαστές.

Όταν, μέσα σ' ένα υποτυπώδες ρυθμιστικό πλαίσιο, τα πάντα θυσιάζονται στο βωμό της τηλεθέασης, αναλαμβάνουν οι τηλε-δικαστές.
Όταν τα μόνα που μας ενδιαφέρουν είναι τα lifestyle, τα reality, και ο κιτρινισμός, αναλαμβάνουν οι τηλε-δικαστές.
Όταν η Οικονομία εξαρτάται απ’ το πότε τα μαθητούδια θ’ αλλάξουν κινητό, αναλαμβάνουν οι τηλε-δικαστές.
Όταν όλα είναι στον αέρα, αναλαμβάνουν οι τηλε-δικαστές.

Οι μόνοι που δε φταίνε όμως είναι οι τηλε-δικαστές.
Αυτοί τη δουλειά τους κάνουνε.
Και πολύ καλά μάλιστα.

Au revoir και 再见 παιδιά.
Τα ξαναλέμε τέλος Νοέμβρη.
Για την ώρα, πίσω στις βαλίτσες μου.
Και στο viu manent..

Η. Χαραλαμπίδης