April 20, 2019

Το εθνικό μας σπορ


Όλη του τη ζωή, ραδίκια πουλούσε ο Παναγιώτης. 
Ώσπου ήρθε κι αυτουνού η ώρα κι άρχισε να τα βλέπει από κάτω προς τα πάνω.

Κι έτσι, το μανάβικο πέρασε στο γιο του, τον Αργύρη, που κάνει απέλπιδες κατά τη γνώμη μου προσπάθειες να μην τον εξαφανίσει κι αυτόν το σουπερμάρκετ της γωνίας.

«Οι πελάτες μου με σώζουν» μου λέει τις προάλλες με ύφος λυπημένο.

Πελάτες σαν τη μάνα μου, που ψώνιζε απ’ τον Παναγιώτη εδώ και 60-κάτι χρόνια. Τώρα πλέον, ο Αργύρης της πάει τα ψώνια στο σπίτι. Την αφρόκρεμα του μαγαζιού. 
Φυσικά, απόδειξη δε φέρνει ποτέ ο Αργύρης.

«Σαν πολλά δεν έδωσες για τις αγκινάρες;» της λέω προχτές.
«Έδωσα αυτά που έπρεπε», μου απαντάει αυστηρά, κόβοντας έτσι τη συζήτηση.

Το ξανασκέφτηκε όμως, και μου γυρίζει, πιο μαλακά τώρα:

«Ο Αργύρης κόβει απόδειξη για ό,τι έχει στη μόστρα. Αυτά που έχει για τους πελάτες όμως τα έχει «από κάτω». Φαντάσου να του ζητούσα απόδειξη για τις αγκινάρες. Την επόμενη φορά, όχι αγκινάρες δε θα μου ‘φερνε αλλά θα ‘μουν ‘φχαριστημένη αν μου ‘φερνε τα κοτσάνια».

Με αποστόμωσε.

ΗΧ