Είπα προχτές (δείτε το άρθρο μου για την εκκλησία παρακάτω) ότι τη στιγμή που ο Βασίλης πάρει μυρωδιά ότι τάβλι παίζεται εν αγνοία του στην καμπούρα του, το ‘σύστημα’ καταρρέει.
Το ίδιο επανέλαβε σήμερα και ο Χριστόδουλος.
Το ίδιο που είχε πει παλιότερα και ο Ιωαννίδης απ’ τον Κορυδαλλό:
«Ουαί και αλλοίμονον αν ανοίξω ποτέ το στόμα μου».
Θέλετε να σας πω ποια θα είναι η εξέλιξη της εκκλησιαστικής κρίσης;
Όχι μόνο δε θα παραιτηθεί ο Χριστόδουλος αλλά σε κάνα δυο μέρες όλα θα έχουν ξεχαστεί. Όλες οι φωνές θα έχουν σιγάσει.
Μαζί και ο Τριανταφυλλόπουλος.
Το θέμα θα έχει κλείσει.
Όπως ‘έκλεισαν’ και οι συνθήκες θανάτου του Παντελή Σφινιά.
Μέσα σε μια νύχτα.
Θα ξαναρχίσουμε να ασχολιόμαστε πάλι με το χιόνι, την ακρίβεια, την υγεία της Γιάννας και τη γάτα που ‘πεσε στο πηγάδι.
Puppets on a chain είμαστε Βασίλη..
Και όσο νωρίτερα το καταλάβουμε τόσο πιο ευτυχισμένα θα ζήσουμε.
Σαν καλοί ραγιάδες.
Στο χρυσό μας κλουβί.
Γιατί τίποτα δε γίνεται.
Απολύτως τίποτα.
Ίσως μακροχρόνια.
Πολύ μακροχρόνια.
Αλλά όπως είπε ο Keynes, «in the long run we are all dead».
Πονάει αυτό ε;
Το ξέρω.
Η. Χαραλαμπίδης
ΜΕ ΕΝΑ ΠΟΤΗΡΙ ΚΑΛΟ ΚΡΑΣΙ ΚΑΙ ΕΝΑ ΚΑΛΟ ΦΙΛΟ, ΚΑΝΕΙ ΣΤΗΝ ΑΚΡΗ Η ΑΚΑΡΔΗ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΒΡΙΣΚΟΥΜΕ ΟΛΟΙ ΤΟ ΠΕΤΡΑΔΑΚΙ ΜΑΣ. ΤΟ ΠΕΤΡΑΔΑΚΙ ΠΟΥ ΒΑΖΟΥΜΕ, ΔΟΝΚΙΧΩΤΙΚΑ ΙΣΩΣ, ΣΤΟ ΧΤΙΣΙΜΟ ΕΝΟΣ ΚΑΛΥΤΕΡΟΥ ΑΥΡΙΟ ΓΙΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΜΑΣ. Η ΣΕΛΙΔΑ ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΔΙΚΟ ΜΟΥ ΠΕΤΡΑΔΑΚΙ. ΩΣ ΕΥ ΠΑΡΕΣΤΗΤΕ
February 26, 2005
February 22, 2005
Το βαθύτερο νόημα της εκκλησιαστικής κρίσης
Δεν με ενδιαφέρει τόσο πολύ αν βάλλεται η Εκκλησία.
Δεν χρειάζεται να πάμε στους παπικούς αφορισμούς της μεταπολεμικής Ιταλίας ούτε στη χρηματοδότησή τους από μυστικά κονδύλια της ΣΙΑ.
Δεν χρειάζεται να αναφερθούμε στο ρόλο και στις σχέσεις της Εκκλησίας (και των παραεκκλησιαστικών οργανώσεων) με το βαθύ παρακράτος και τις ντόπιες και ξένες μυστικές υπηρεσίες.
Όλα αυτά είναι γνωστά και καταγεγραμμένα.
Και ας ενοχλούν τα κότερα, οι βίλες, οι πισίνες και οι Ελβετικοί λογαριασμοί των ιεραρχών μας. Δεν πειράζει. Δεν πρόκειται για φθόνο εδώ.
Η συνισταμένη όλων αυτών όμως είναι ότι βάλλεται και κλονίζεται -και αυτό είναι που έχει σημασία- το θρησκευτικό συναίσθημα και η βαθύτατη πίστη του Έλληνα στους λόγους της ίδιας του της ύπαρξης. Ιδιαίτερα σήμερα, που όλοι ψάχνουν για ερείσματα να στηρίξουν το αδυσώπητα ανεμοδαρμένο δενδράκι της (παγκοσμιοποιημένης) αβεβαιότητάς τους.
Και αυτό είναι επικίνδυνο. Επαναλαμβάνω ‘πολύ επικίνδυνο…’ γιατί ξηλώνεται ο κοινωνικός ιστός. Τη στιγμή που ο εργάτης στη φάμπρικα, ο φαντάρος στη σκοπιά, ο μαθητής στην παρέλαση και η νοικοκυρά στην εκκλησία συνειδητοποιήσουν το επτασφράγιστο μυστικό των κρατούντων (and all who have come full circle) ότι όλα είναι μια καλοστημένη θεατρική παράσταση (όπως είπε ο Σαίξπηρ) με διαπλεκόμενους σκηνοθέτες και ανυποψίαστους κομπάρσους, το ‘σύστημα’ καταρρέει.. σαν πύργος από τραπουλόχαρτα..
Αν υπάρχει ένα παράδειγμα που αξίζει να πάρουμε από τους υπερατλαντικούς εταίρους μας στο θέμα αυτό είναι ο χαλύβδινος κοινωνικός ιστός της καταναλωτικής δουλείας τους και της, κατ’ επέκταση, υποκριτικής κοσμοθεωρίας τους, που χαρίζει τον ύπνο του δικαίου στους ανεγκέφαλους, αλλά και το απαραίτητο άλλοθι στα γεράκια του ‘απελευθερωτή’ Αυτοκράτορα.
Φαντάζεστε ένα κόσμο όπου θα ξυπνούσε ο Βασίλης –συγγνώμη ο Bill ήθελα να πω- και θα αμφισβητούσε τους ορισμούς της ‘ελευθερίας’ και ‘δημοκρατίας’ του Αυτοκράτορα;
Ελπίζω να καταλαβαινόμαστε..
Η. Χαραλαμπίδης
Δεν χρειάζεται να πάμε στους παπικούς αφορισμούς της μεταπολεμικής Ιταλίας ούτε στη χρηματοδότησή τους από μυστικά κονδύλια της ΣΙΑ.
Δεν χρειάζεται να αναφερθούμε στο ρόλο και στις σχέσεις της Εκκλησίας (και των παραεκκλησιαστικών οργανώσεων) με το βαθύ παρακράτος και τις ντόπιες και ξένες μυστικές υπηρεσίες.
Όλα αυτά είναι γνωστά και καταγεγραμμένα.
Και ας ενοχλούν τα κότερα, οι βίλες, οι πισίνες και οι Ελβετικοί λογαριασμοί των ιεραρχών μας. Δεν πειράζει. Δεν πρόκειται για φθόνο εδώ.
Η συνισταμένη όλων αυτών όμως είναι ότι βάλλεται και κλονίζεται -και αυτό είναι που έχει σημασία- το θρησκευτικό συναίσθημα και η βαθύτατη πίστη του Έλληνα στους λόγους της ίδιας του της ύπαρξης. Ιδιαίτερα σήμερα, που όλοι ψάχνουν για ερείσματα να στηρίξουν το αδυσώπητα ανεμοδαρμένο δενδράκι της (παγκοσμιοποιημένης) αβεβαιότητάς τους.
Και αυτό είναι επικίνδυνο. Επαναλαμβάνω ‘πολύ επικίνδυνο…’ γιατί ξηλώνεται ο κοινωνικός ιστός. Τη στιγμή που ο εργάτης στη φάμπρικα, ο φαντάρος στη σκοπιά, ο μαθητής στην παρέλαση και η νοικοκυρά στην εκκλησία συνειδητοποιήσουν το επτασφράγιστο μυστικό των κρατούντων (and all who have come full circle) ότι όλα είναι μια καλοστημένη θεατρική παράσταση (όπως είπε ο Σαίξπηρ) με διαπλεκόμενους σκηνοθέτες και ανυποψίαστους κομπάρσους, το ‘σύστημα’ καταρρέει.. σαν πύργος από τραπουλόχαρτα..
Αν υπάρχει ένα παράδειγμα που αξίζει να πάρουμε από τους υπερατλαντικούς εταίρους μας στο θέμα αυτό είναι ο χαλύβδινος κοινωνικός ιστός της καταναλωτικής δουλείας τους και της, κατ’ επέκταση, υποκριτικής κοσμοθεωρίας τους, που χαρίζει τον ύπνο του δικαίου στους ανεγκέφαλους, αλλά και το απαραίτητο άλλοθι στα γεράκια του ‘απελευθερωτή’ Αυτοκράτορα.
Φαντάζεστε ένα κόσμο όπου θα ξυπνούσε ο Βασίλης –συγγνώμη ο Bill ήθελα να πω- και θα αμφισβητούσε τους ορισμούς της ‘ελευθερίας’ και ‘δημοκρατίας’ του Αυτοκράτορα;
Ελπίζω να καταλαβαινόμαστε..
Η. Χαραλαμπίδης
February 12, 2005
Οικονομολόγοι, μηχανικοί και δικηγόροι
Μίλησα χθες για οικονομολόγους, αλλά έχω πολλά ακόμα ράμματα για τη γούνα των θωπευτών της dismal science. Για την ώρα όμως διαβάστε τις απαντήσεις ενός οικονομολόγου, ενός μηχανικού και ενός δικηγόρου στο αρχέγονο ερώτημα «πόσο κάνει δύο και δύο». Αποφάσισα να απευθύνω την ερώτηση στο Γιώργο Αλογοσκούφη -κατ' επάγγελμα απο(γραφικός) οικονομολόγος, στο Βαγγέλη τον Κουλουμπή και στον Αλέξη Κούγια.
ΓΑ: Εξαρτάται… έχουμε τις εξελίξεις στην Κίνα, την τιμή του πετρελαίου, κλπ. Στο τελευταίο ΕΚΟΦΙΝ δεν υπήρξε συμφωνία στο θέμα αυτό. Δυστυχώς όμως, μιας και είμαστε υπό εποπτεία από την ΕΕ, είμαι υποχρεωμένος να απαντήσω ‘δύο'. Τα άλλα δύο τα είχε εγγράψει το ΠΑΣΟΚ στον προυπολογισμό του 2004.
ΒΚ: Βγάζει το μηχανάκι από την τσέπη του, πληκτρολογεί δύο και δύο και απαντά: μηδέν κόμμα μηδέν τέσσερα επί δέκα στο τετράγωνο.
ΑΚ: Εσείς πόσο θα θέλατε να κάνει;
Η. Χαραλαμπίδης
ΥΓ: το ανέκδοτο το ‘λεγε πάντα στο πρώτο του μάθημα ένας καλός φίλος, Καναδός καθηγητής Διεθνούς Δικαίου, που τώρα, στη σύνταξη πια, απολαμβάνει τις παραλίες του Queensland και του great barrier reef. Ο τυχερός. Εγώ πρέπει να περιμένω άλλα 13 χρόνια! Ποιος ζει και ποιος πεθαίνει μέχρι τότε..
ΓΑ: Εξαρτάται… έχουμε τις εξελίξεις στην Κίνα, την τιμή του πετρελαίου, κλπ. Στο τελευταίο ΕΚΟΦΙΝ δεν υπήρξε συμφωνία στο θέμα αυτό. Δυστυχώς όμως, μιας και είμαστε υπό εποπτεία από την ΕΕ, είμαι υποχρεωμένος να απαντήσω ‘δύο'. Τα άλλα δύο τα είχε εγγράψει το ΠΑΣΟΚ στον προυπολογισμό του 2004.
ΒΚ: Βγάζει το μηχανάκι από την τσέπη του, πληκτρολογεί δύο και δύο και απαντά: μηδέν κόμμα μηδέν τέσσερα επί δέκα στο τετράγωνο.
ΑΚ: Εσείς πόσο θα θέλατε να κάνει;
Η. Χαραλαμπίδης
ΥΓ: το ανέκδοτο το ‘λεγε πάντα στο πρώτο του μάθημα ένας καλός φίλος, Καναδός καθηγητής Διεθνούς Δικαίου, που τώρα, στη σύνταξη πια, απολαμβάνει τις παραλίες του Queensland και του great barrier reef. Ο τυχερός. Εγώ πρέπει να περιμένω άλλα 13 χρόνια! Ποιος ζει και ποιος πεθαίνει μέχρι τότε..
February 11, 2005
Κάρολος Παπούλιας: Πολιτικός Πολιτισμός ή Συναινετικός Δικομματισμός;
Δε μπορώ ρε παιδιά αυτά τα υπαρξιακά διλήμματα.
Ένας απλός οικονομολόγος είμαι που ‘χω μάθει από παιδί να λέω τρεις το λάδι, τρεις το ξύδι, πενήντα το πετρέλαιο.
Και μου βάζουν τώρα τέτοια προβλήματα;
Ήταν, λέει, η εκλογή του Κάρολου Παπούλια κατάκτηση του πολιτικού μας πολιτισμού ή συναινετικός δικομματισμός; Ιδού!
Ε λοιπόν αφού θέλατε να τ’ ακούσετε ακούστε το. Ήταν κατάκτηση του πολιτικού μας πολιτισμού. Γιατί ο ακρογωνιαίος λίθος του πολιτικού μας πολιτισμού είναι η συναίνεση. Ιδίως όταν πρόκειται για άρτο και θεάματα, για φρου-φρου κι’ αρώματα, και για διακοσμητικά και τελετουργικά ζητήματα όπως αυτό της εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Άλλα μήπως και σ’ όλα τ’ άλλα δε συμφωνούμε πάντα; Δεν συμφωνούμε όλοι, για παράδειγμα, ότι ο ρόλος της Κυβέρνησης είναι να κάνει αντιπολίτευση στην Αντιπολίτευση για χάρη της αντιπολίτευσης και η Αντιπολίτευση να κάνει ακριβώς το αντίθετο;
Και το αποδεικνύουμε καθημερινά.
Έτσι, πριν καλά καλά περάσουν 24 ώρες αφότου όλοι μας με ρίγη πατριωτικής συγκίνησης χειροκροτήσαμε την εκλογή του έκτου ανώτατου άρχοντα της Ελληνικής Δημοκρατίας, ακούσαμε το Βύρωνα Πολύδωρα, στη συζήτηση για το νομοσχέδιο των προσλήψεων στο δημόσιο, να διαρρηγνύει τα ιμάτιά του μιλώντας για δασύτριχους λυκάνθρωπους, τον δε Μπάμπη Καστανίδη να αποχωρεί με το ΠΑΣΟΚ, καταγγέλλοντας κοινοβουλευτικές ανωμαλίες και τον πολιτικό κατήφορο της ΝΔ!
Τρέχα και συ Βασίλη. Ξύπνα και τρέχα.
ΗH
Ένας απλός οικονομολόγος είμαι που ‘χω μάθει από παιδί να λέω τρεις το λάδι, τρεις το ξύδι, πενήντα το πετρέλαιο.
Και μου βάζουν τώρα τέτοια προβλήματα;
Ήταν, λέει, η εκλογή του Κάρολου Παπούλια κατάκτηση του πολιτικού μας πολιτισμού ή συναινετικός δικομματισμός; Ιδού!
Ε λοιπόν αφού θέλατε να τ’ ακούσετε ακούστε το. Ήταν κατάκτηση του πολιτικού μας πολιτισμού. Γιατί ο ακρογωνιαίος λίθος του πολιτικού μας πολιτισμού είναι η συναίνεση. Ιδίως όταν πρόκειται για άρτο και θεάματα, για φρου-φρου κι’ αρώματα, και για διακοσμητικά και τελετουργικά ζητήματα όπως αυτό της εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Άλλα μήπως και σ’ όλα τ’ άλλα δε συμφωνούμε πάντα; Δεν συμφωνούμε όλοι, για παράδειγμα, ότι ο ρόλος της Κυβέρνησης είναι να κάνει αντιπολίτευση στην Αντιπολίτευση για χάρη της αντιπολίτευσης και η Αντιπολίτευση να κάνει ακριβώς το αντίθετο;
Και το αποδεικνύουμε καθημερινά.
Έτσι, πριν καλά καλά περάσουν 24 ώρες αφότου όλοι μας με ρίγη πατριωτικής συγκίνησης χειροκροτήσαμε την εκλογή του έκτου ανώτατου άρχοντα της Ελληνικής Δημοκρατίας, ακούσαμε το Βύρωνα Πολύδωρα, στη συζήτηση για το νομοσχέδιο των προσλήψεων στο δημόσιο, να διαρρηγνύει τα ιμάτιά του μιλώντας για δασύτριχους λυκάνθρωπους, τον δε Μπάμπη Καστανίδη να αποχωρεί με το ΠΑΣΟΚ, καταγγέλλοντας κοινοβουλευτικές ανωμαλίες και τον πολιτικό κατήφορο της ΝΔ!
Και αν αυτά δεν είναι πολιτικός πολιτισμός, τότε είστε καχύποπτοι και αρνητικοί και κοιτάξτε πώς θα κάνετε και σεις την αυτοκάθαρσή σας. Από σήμερα την εγγυάται προσωπικά ο ίδιος ο Χριστόδουλος. Και αν θέλετε συστατική επιστολή, μη διστάσετε να του τη ζητήσετε. Το μόνο κριτήριο για να την πάρετε είναι η σωτηρία της ψυχής σας. Σπεύστε αρχι-πολυ-κατάσκοποι, έμποροι ναρκωτικών, πλαστογράφοι, ψευτοκαλόγεροι, Βαβύληδες, σπεύστε. Η θέση σας στον παράδεισο σας περιμένει.
Τρέχα και συ Βασίλη. Ξύπνα και τρέχα.
ΗH
February 06, 2005
Οι Γιοσάκηδες
Εις παράταξιν οι τιμητές των αξιών μας. Δεν έχουν αφήσει παράθυρο για παράθυρο.
Όχι, δεν είναι αυτή η Ελλάδα.
Όχι δεν έχουν καταρρεύσει τα πάντα.
Όχι, η Ελλάδα δεν είναι αυτή των 10 δημοσιογράφων, παπάδων, δικαστών.
Όχι, η πλειοψηφία είναι τίμιοι και άμεμπτοι άνθρωποι.
Τι λέτε ορέ; Φυσικά και αυτή είναι η Ελλάδα: Το μπάχαλο όπου όλα είναι στον αέρα. Όπου το κυνήγι της διαπλοκής, της κουτάλας και της αρπαχτής δεν αφήνει χρόνο στους κατέχοντες για να στήσουν και να θωρακίσουν αδιάβλητους θεσμούς που δε θα επιτρέπουν στο μέλλον την εμφάνιση αυτών των 10, και των κάθε λογής Γιοσάκηδων. Αλλά γιατί να το κάνουν; ο λύκος στην αναμπουμπούλα χαίρεται.
Αυτό είναι το μείζον θέμα και όχι το αν είναι 10 ή 100 οι ενεχόμενοι.
Φτάνει πια η ποσοστολογία των δημοσκοπήσεων.
Η. Χαραλαμπίδης
Όχι, δεν είναι αυτή η Ελλάδα.
Όχι δεν έχουν καταρρεύσει τα πάντα.
Όχι, η Ελλάδα δεν είναι αυτή των 10 δημοσιογράφων, παπάδων, δικαστών.
Όχι, η πλειοψηφία είναι τίμιοι και άμεμπτοι άνθρωποι.
Τι λέτε ορέ; Φυσικά και αυτή είναι η Ελλάδα: Το μπάχαλο όπου όλα είναι στον αέρα. Όπου το κυνήγι της διαπλοκής, της κουτάλας και της αρπαχτής δεν αφήνει χρόνο στους κατέχοντες για να στήσουν και να θωρακίσουν αδιάβλητους θεσμούς που δε θα επιτρέπουν στο μέλλον την εμφάνιση αυτών των 10, και των κάθε λογής Γιοσάκηδων. Αλλά γιατί να το κάνουν; ο λύκος στην αναμπουμπούλα χαίρεται.
Αυτό είναι το μείζον θέμα και όχι το αν είναι 10 ή 100 οι ενεχόμενοι.
Φτάνει πια η ποσοστολογία των δημοσκοπήσεων.
Η. Χαραλαμπίδης
January 23, 2005
Έλενα Παπαρίζου (Eurovision 2005)
(Θα μου πει πάλι ο Σωκράτης με τι κάθεσαι και ασχολείσαι!)
Καλή επιλογή. Μελετημένη. Και λυγερόκορμη. Φιδίσια.
Καλή επιλογή. Μελετημένη. Και λυγερόκορμη. Φιδίσια.
Άλλά κι’ αυτή ρε παιδί μου «για την Ελλάδα»; Να θέλει όλο τον Ελληνισμό πίσω της (sic); Όπως όλοι οι τραγουδιστές μας, αθλητές μας, ποδοσφαιριστές μας. Όχι για την Πόρσε ή το Τζιπ τους, αλλά για την Ελλάδα (ρε γαμώτο τους). Τι πατριωτισμός κι’ αυτός. Μοναδικός στον κόσμο αναμφίβολα. Γι’ αυτό και γω προτείνω, την επόμενη φορά που θα στείλουμε τραγουδιστή, ποδοσφαιριστή ή αθλητή στο εξωτερικό, να του πούμε ότι δε θα πάρει δεκάρα. Ένα επίδομα μόνο, όπως οι βουλευτές του ΚΚΕ. Και πως η αμοιβή του θα πάει να καλύψει το έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού.
Είμαι βέβαιος ότι κανείς δε θα ΄χει αντίρρηση. Τουναντίον. Όλοι θα αισθανθούν πατριωτικά περήφανοι που τους γίνεται η τιμή να καταστούν χορηγοί του Ελληνικού κράτους.
Δεν το δοκιμάζουμε;
ΗH
Δεν το δοκιμάζουμε;
ΗH
January 22, 2005
Και πάλι η Δάφνη Μπόκοτα
Η ΕΡΤ τη σουτάρισε χθες. Μετά από 18 χρόνια. Χωρίς ούτε ένα ‘ευχαριστώ’.
Κανονικά θα έπρεπε να είμαι ικανοποιημένος που τα λόγια μου πιάσανε τόπο (δείτε πιο κάτω τι έγραφα το Μάη του 2004 στο άρθρο μου «Eurovision 2004» για την κυρία ‘Εγώ’).
Αλλά δεν είμαι. Γιατί κάτι τέτοιο θα ήταν μικρό, και γιατί, κατά τ’ άλλα, η κυρία Μπόκοτα μου είναι συμπαθεστάτη σε βαθμό παρεξηγήσιμο. Η ίδια πνέει τα μένεα κατά παντός, χωρίς ίχνος αυτοεκτίμησης. Σε συνέντευξη στο Ν. Χατζηνικολάου μας είπε πόσο λάθος ήταν η απόφαση να τη διώξουν, γιατί ‘αυτή’ έχει βοηθήσει στο παρελθόν με το λόμπι της στο να μη καταρρακωθεί η Ελλάδα. Γιατί η δουλειά αυτή είναι πολύ δύσκολη και απαιτεί ‘connections’, και άλλα τέτοια ενδιαφέροντα. Εν ολίγοις μας είπε ότι, στην ουσία, μόνο εκείνη μπορεί να κάνει αυτή τη δουλειά!
Αλλά είπε (πάλι!) και το εξής ανεπανάληπτο: Ότι στο παρελθόν, πολλές φορές, τα τραγούδια με τα οποία συμμετείχαμε «δεν την εξέφραζαν!». Την κυρία Μπόκοτα! Και μετά απορεί και εξανίσταται γιατί τη σουτάρισαν.
Μάθημα ήταν Δάφνη. Μάθημα σεμνότητας. Ακόμα δεν το κατάλαβες; Το τεράστιο ‘εγώ’ σου προκαλεί και ενοχλεί. Πότε επιτέλους θα γίνεις, ανάμεσα σ’ όλα τ’ άλλα προτερήματά σου, και καλή μαθήτρια;
ΗΗ
Κανονικά θα έπρεπε να είμαι ικανοποιημένος που τα λόγια μου πιάσανε τόπο (δείτε πιο κάτω τι έγραφα το Μάη του 2004 στο άρθρο μου «Eurovision 2004» για την κυρία ‘Εγώ’).
Αλλά δεν είμαι. Γιατί κάτι τέτοιο θα ήταν μικρό, και γιατί, κατά τ’ άλλα, η κυρία Μπόκοτα μου είναι συμπαθεστάτη σε βαθμό παρεξηγήσιμο. Η ίδια πνέει τα μένεα κατά παντός, χωρίς ίχνος αυτοεκτίμησης. Σε συνέντευξη στο Ν. Χατζηνικολάου μας είπε πόσο λάθος ήταν η απόφαση να τη διώξουν, γιατί ‘αυτή’ έχει βοηθήσει στο παρελθόν με το λόμπι της στο να μη καταρρακωθεί η Ελλάδα. Γιατί η δουλειά αυτή είναι πολύ δύσκολη και απαιτεί ‘connections’, και άλλα τέτοια ενδιαφέροντα. Εν ολίγοις μας είπε ότι, στην ουσία, μόνο εκείνη μπορεί να κάνει αυτή τη δουλειά!
Αλλά είπε (πάλι!) και το εξής ανεπανάληπτο: Ότι στο παρελθόν, πολλές φορές, τα τραγούδια με τα οποία συμμετείχαμε «δεν την εξέφραζαν!». Την κυρία Μπόκοτα! Και μετά απορεί και εξανίσταται γιατί τη σουτάρισαν.
Μάθημα ήταν Δάφνη. Μάθημα σεμνότητας. Ακόμα δεν το κατάλαβες; Το τεράστιο ‘εγώ’ σου προκαλεί και ενοχλεί. Πότε επιτέλους θα γίνεις, ανάμεσα σ’ όλα τ’ άλλα προτερήματά σου, και καλή μαθήτρια;
ΗΗ
January 09, 2005
Επιτροπή Ανταγωνισμού
«Οι ελεύθερες αγορές απαιτούν αποτελεσματική κυβέρνηση» (Φ. Ρούζβελτ, τ. Πρόεδρος ΗΠΑ)
Το είδαμε και αυτό. Οι ιδιοκτήτες σουπερμάρκετ, μαζί με τους προμηθευτές τους, ανακοίνωσαν βαρύγδουπα στον τύπο και την τηλεόραση ότι θα συναντηθούν για να αποφασίσουν την πολιτική τους έναντι των χαμηλών τιμών των ξένων ανταγωνιστών τους. Σαν αποτέλεσμα, η Επιτροπή Ανταγωνισμού –οι άγνωστοι μέχρι πρότινος στο ευρύ κοινό vigilante της οικονομίας- έκαναν έφοδο στα γραφεία τους και σύντομα θα δούμε τα αποτελέσματα της έρευνας.
Ελπίζω μόνο, αυτή τη φορά, η γνωμοδότηση της Επιτροπής να είναι λίγο πιο εμπεριστατωμένη από εκείνη του 2001 όταν, κατόπιν εντολής του τότε υπουργού ανάπτυξης Ν. Χριστοδουλάκη, η Επιτροπή εξέτασε την αγορά πετρελαιοειδών, αποφαινόμενη (κύρια λόγω έλλειψης συγκρίσιμων στοιχείων) ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις για εναρμονισμένες πρακτικές ανάμεσα στα δύο μεγαλύτερα ιδιωτικά διυλιστήρια της χώρας (Μοτορόιλ και Πετρόλα), και ότι, επίσης, δεν μπορεί να αποδειχθεί η ύπαρξη συλλογικής δεσπόζουσας θέσης ανάμεσα στις κύριες εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών ((BP, SHELL, EKO).
Στην Αμερική, τη χώρα που ανέδειξε, εύλογα, την πολιτική και το δίκαιο του ανταγωνισμού σε επιστήμες (*), συναντήσεις πωλητών αυτού του είδους επισείουν βαρύτατες ποινές που φτάνουν μέχρι και τη φυλάκιση διευθυντικών στελεχών. Έτσι, όταν τέτοιες συναντήσεις αποφασίζονται, γίνονται συνωμοτικά, χωρίς τηλέφωνα και emails, σε απόμακρα ξενοδοχεία, και με ψεύτικα ονόματα (γι’ αυτό και το γκολφ έχει γίνει τόσο δημοφιλές τελευταία!)(**). Η ανακοίνωση της συνάντησης των ιδιοκτητών σουπερμάρκετ δείχνει ότι όχι μόνο οι πολίτες της χώρας μας δεν έχουν αναπτυγμένη καταναλωτική συνείδηση, αλλά ούτε καν οι παραγωγοί οι ίδιοι γνωρίζουν πώς παίζεται το παιχνίδι.
Από το 1996, η Επιτροπή Ανταγωνισμού λειτουργεί σαν Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή με βάση το νόμο 703/77. Συνεργάζεται με άλλες ρυθμιστικές αρχές ειδικών τομέων της οικονομίας (π.χ. Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας) και χρηματοδοτείται με ανταποδοτικές εισφορές που υπολογίζονται σαν ποσοστό (0.1%) του ενεργητικού ανωνύμων εταιρειών. Ο σκοπός της Επιτροπής Ανταγωνισμού είναι η προστασία του καταναλωτή από εναρμονισμένες πρακτικές επιχειρήσεων που αποσκοπούν στον έλεγχο της αγοράς και των τιμών και στην, ως εκ τούτου, κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης. (***) Η Επιτροπή ενεργεί αυτεπάγγελτα ή μετά από καταγγελία και οι χρηματικές κυρώσεις που μπορεί να επιβάλει σε παραβάτες είναι υψηλές, συνήθως υπολογιζόμενες με βάση τον κύκλο εργασιών των παραβατών κατά τη διάρκεια της κατάχρησης.
Οι αποφάσεις της Επιτροπής εφεσιβάλλονται και μπορεί επίσης να εξαιρεθούν με (εμπεριστατωμένη) υπουργική απόφαση των υπουργών εθνικής οικονομίας και ανάπτυξης. Αυτό μπορεί να γίνει όταν, για παράδειγμα, η επιχειρηματική συγκέντρωση οδηγεί στην εκλογίκευση της παραγωγής, δημιουργεί θέσεις εργασίας (μάλλον το αντίθετο συνήθως συμβαίνει με τις συγχωνεύσεις επιχειρήσεων), προσελκύει επενδύσεις, συμβάλει στη διεθνή ανταγωνιστικότητα και, γενικά, συμβάλει σε υπέρτερο δημόσιο συμφέρον. Πιστεύω όμως ότι αν η Επιτροπή αναμένεται να κάνει αποτελεσματικά τη δουλειά της, το παράθυρο αυτό του νόμου (και οι αρμοδιότητες που δίνει στους δύο υπουργούς) πρέπει να αναθεωρηθεί από την παρούσα Διοίκηση. Ίσως, με βάση το σκεπτικό αυτού του ‘παραθύρου’, τόσο η κυβέρνηση όσο και η αντιπολίτευση είχαν εκφραστεί θετικά στη συγχώνευση Εθνικής και Άλφα, και ΕΛΠΕ με Πετρόλα (παρ’ όλες τις θεμιτές αντιδράσεις του κ. Βαρδινογιάννη).
Μέχρι σήμερα, το έργο της Επιτροπής υπήρξε πολύ περιορισμένο. Σημαντικές αποφάσεις ήταν μόνο αυτές της Minoan Flying Dolphins (****), GlaxoWellcome και 3M/Coca Cola. Το συντριπτικό ποσοστό των γνωμοδοτήσεων της Επιτροπής ήταν απαλλακτικές, βασιζόμενες σε νομικίστικες και γραφειοκρατικές διαδικασίες (π.χ. χρόνος γνωστοποίησης συγκεντρώσεων και συμπράξεων, βαθμός επιχειρηματικής συγκέντρωσης, κλπ.), αντί οικονομικών/οικονομετρικών αναλύσεων (εκτίμηση περιθωρίων τιμής-κόστους και δύναμη μονοπώλησης).
Με το σημερινό βαθμό ανάπτυξης της Ελληνικής οικονομίας, η Επιτροπή Ανταγωνισμού πρέπει να καταστεί ένας από τους ισχυρότερους και αποτελεσματικότερους θεσμούς της Οικονομίας. Πόσο μάλλον όταν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σκοπεύει να αποκεντρώσει τις αρμοδιότητες της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού και να τις μεταβιβάσει (εναρμονισμένα βέβαια) στις επιτροπές ανταγωνισμού των χωρών μελών. Η πρόκληση της Επιτροπής Ανταγωνισμού, αλλά και της Ευρωπαϊκής πολιτικής ανταγωνισμού γενικότερα, είναι στην αλλαγή ρότας. Δηλαδή, στο κατά πόσο η έμφαση θα πρέπει να παραμείνει στην ενίσχυση του εγχώριου (Ευρωπαϊκού) ανταγωνισμού ή της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης. Οι δύο στόχοι είναι σε μεγάλο βαθμό αντικρουόμενοι και απαιτούν σοβαρό προβληματισμό σε Ευρωπαϊκό επίπεδο. Η μέχρι τούδε εσωστρέφεια της Ευρώπης στο θέμα αυτό επιβαρύνει την ανταγωνιστικότητά μας προς τέρψη και αγαλλίαση των Ασιατών ανταγωνιστών μας. Εδώ, δεν πήραμε ακόμα μαθήματα από τους υπερατλαντικούς εταίρους μας: από τη μια το ‘μεγάφωνο’ του ελεύθερου εμπορίου και από την άλλη η πιο προστατευτική χώρα όταν θίγονται τα δικά της οικονομικά συμφέροντα.
(ψάχνοντας για επίλογο σε αυτά τα ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΑ άκουσα και το εξής θαυμάσιο. Άκης Τσοχατζόπουλος (στο Ν. Χατζηνικολάου, κεντρικό δελτίο του Άλφα, Δευτέρα 31/5/2004): «οι τιμές διολισθαίνουν (sic) σε όλο και υψηλότερα επίπεδα». Μπράβο Άκη. Και υψηλότερα. Αλλά ούτε στις νεροτσουλήθρες δεν μπορεί να γίνει αυτό!).
Αυτά
ΗH
*συνιστώ ανεπιφύλακτα αυτή την κατεύθυνση σε όσους έχουν παιδιά που ετοιμάζονται για σπουδές
** tip στο Σπύρο Ζησιμόπουλο!
*** Περισσότερα, για τα σημαντικά αυτά θέματα, σε άλλα ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΑ για την ‘ακρίβεια’.
**** Κάτι που μου υπενθυμίζει ότι είναι καιρός πλέον η νέα Διοίκηση να καταργήσει τη Ρυθμιστική Αρχή Θαλασσίων Ενδοεπικοινωνιών (ΡΑΘΕ) και να εντάξει τις αρμοδιότητές της στην Επιτροπή Ανταγωνισμού.
Το είδαμε και αυτό. Οι ιδιοκτήτες σουπερμάρκετ, μαζί με τους προμηθευτές τους, ανακοίνωσαν βαρύγδουπα στον τύπο και την τηλεόραση ότι θα συναντηθούν για να αποφασίσουν την πολιτική τους έναντι των χαμηλών τιμών των ξένων ανταγωνιστών τους. Σαν αποτέλεσμα, η Επιτροπή Ανταγωνισμού –οι άγνωστοι μέχρι πρότινος στο ευρύ κοινό vigilante της οικονομίας- έκαναν έφοδο στα γραφεία τους και σύντομα θα δούμε τα αποτελέσματα της έρευνας.
Ελπίζω μόνο, αυτή τη φορά, η γνωμοδότηση της Επιτροπής να είναι λίγο πιο εμπεριστατωμένη από εκείνη του 2001 όταν, κατόπιν εντολής του τότε υπουργού ανάπτυξης Ν. Χριστοδουλάκη, η Επιτροπή εξέτασε την αγορά πετρελαιοειδών, αποφαινόμενη (κύρια λόγω έλλειψης συγκρίσιμων στοιχείων) ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις για εναρμονισμένες πρακτικές ανάμεσα στα δύο μεγαλύτερα ιδιωτικά διυλιστήρια της χώρας (Μοτορόιλ και Πετρόλα), και ότι, επίσης, δεν μπορεί να αποδειχθεί η ύπαρξη συλλογικής δεσπόζουσας θέσης ανάμεσα στις κύριες εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών ((BP, SHELL, EKO).
Στην Αμερική, τη χώρα που ανέδειξε, εύλογα, την πολιτική και το δίκαιο του ανταγωνισμού σε επιστήμες (*), συναντήσεις πωλητών αυτού του είδους επισείουν βαρύτατες ποινές που φτάνουν μέχρι και τη φυλάκιση διευθυντικών στελεχών. Έτσι, όταν τέτοιες συναντήσεις αποφασίζονται, γίνονται συνωμοτικά, χωρίς τηλέφωνα και emails, σε απόμακρα ξενοδοχεία, και με ψεύτικα ονόματα (γι’ αυτό και το γκολφ έχει γίνει τόσο δημοφιλές τελευταία!)(**). Η ανακοίνωση της συνάντησης των ιδιοκτητών σουπερμάρκετ δείχνει ότι όχι μόνο οι πολίτες της χώρας μας δεν έχουν αναπτυγμένη καταναλωτική συνείδηση, αλλά ούτε καν οι παραγωγοί οι ίδιοι γνωρίζουν πώς παίζεται το παιχνίδι.
Από το 1996, η Επιτροπή Ανταγωνισμού λειτουργεί σαν Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή με βάση το νόμο 703/77. Συνεργάζεται με άλλες ρυθμιστικές αρχές ειδικών τομέων της οικονομίας (π.χ. Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας) και χρηματοδοτείται με ανταποδοτικές εισφορές που υπολογίζονται σαν ποσοστό (0.1%) του ενεργητικού ανωνύμων εταιρειών. Ο σκοπός της Επιτροπής Ανταγωνισμού είναι η προστασία του καταναλωτή από εναρμονισμένες πρακτικές επιχειρήσεων που αποσκοπούν στον έλεγχο της αγοράς και των τιμών και στην, ως εκ τούτου, κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης. (***) Η Επιτροπή ενεργεί αυτεπάγγελτα ή μετά από καταγγελία και οι χρηματικές κυρώσεις που μπορεί να επιβάλει σε παραβάτες είναι υψηλές, συνήθως υπολογιζόμενες με βάση τον κύκλο εργασιών των παραβατών κατά τη διάρκεια της κατάχρησης.
Οι αποφάσεις της Επιτροπής εφεσιβάλλονται και μπορεί επίσης να εξαιρεθούν με (εμπεριστατωμένη) υπουργική απόφαση των υπουργών εθνικής οικονομίας και ανάπτυξης. Αυτό μπορεί να γίνει όταν, για παράδειγμα, η επιχειρηματική συγκέντρωση οδηγεί στην εκλογίκευση της παραγωγής, δημιουργεί θέσεις εργασίας (μάλλον το αντίθετο συνήθως συμβαίνει με τις συγχωνεύσεις επιχειρήσεων), προσελκύει επενδύσεις, συμβάλει στη διεθνή ανταγωνιστικότητα και, γενικά, συμβάλει σε υπέρτερο δημόσιο συμφέρον. Πιστεύω όμως ότι αν η Επιτροπή αναμένεται να κάνει αποτελεσματικά τη δουλειά της, το παράθυρο αυτό του νόμου (και οι αρμοδιότητες που δίνει στους δύο υπουργούς) πρέπει να αναθεωρηθεί από την παρούσα Διοίκηση. Ίσως, με βάση το σκεπτικό αυτού του ‘παραθύρου’, τόσο η κυβέρνηση όσο και η αντιπολίτευση είχαν εκφραστεί θετικά στη συγχώνευση Εθνικής και Άλφα, και ΕΛΠΕ με Πετρόλα (παρ’ όλες τις θεμιτές αντιδράσεις του κ. Βαρδινογιάννη).
Μέχρι σήμερα, το έργο της Επιτροπής υπήρξε πολύ περιορισμένο. Σημαντικές αποφάσεις ήταν μόνο αυτές της Minoan Flying Dolphins (****), GlaxoWellcome και 3M/Coca Cola. Το συντριπτικό ποσοστό των γνωμοδοτήσεων της Επιτροπής ήταν απαλλακτικές, βασιζόμενες σε νομικίστικες και γραφειοκρατικές διαδικασίες (π.χ. χρόνος γνωστοποίησης συγκεντρώσεων και συμπράξεων, βαθμός επιχειρηματικής συγκέντρωσης, κλπ.), αντί οικονομικών/οικονομετρικών αναλύσεων (εκτίμηση περιθωρίων τιμής-κόστους και δύναμη μονοπώλησης).
Με το σημερινό βαθμό ανάπτυξης της Ελληνικής οικονομίας, η Επιτροπή Ανταγωνισμού πρέπει να καταστεί ένας από τους ισχυρότερους και αποτελεσματικότερους θεσμούς της Οικονομίας. Πόσο μάλλον όταν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σκοπεύει να αποκεντρώσει τις αρμοδιότητες της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού και να τις μεταβιβάσει (εναρμονισμένα βέβαια) στις επιτροπές ανταγωνισμού των χωρών μελών. Η πρόκληση της Επιτροπής Ανταγωνισμού, αλλά και της Ευρωπαϊκής πολιτικής ανταγωνισμού γενικότερα, είναι στην αλλαγή ρότας. Δηλαδή, στο κατά πόσο η έμφαση θα πρέπει να παραμείνει στην ενίσχυση του εγχώριου (Ευρωπαϊκού) ανταγωνισμού ή της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης. Οι δύο στόχοι είναι σε μεγάλο βαθμό αντικρουόμενοι και απαιτούν σοβαρό προβληματισμό σε Ευρωπαϊκό επίπεδο. Η μέχρι τούδε εσωστρέφεια της Ευρώπης στο θέμα αυτό επιβαρύνει την ανταγωνιστικότητά μας προς τέρψη και αγαλλίαση των Ασιατών ανταγωνιστών μας. Εδώ, δεν πήραμε ακόμα μαθήματα από τους υπερατλαντικούς εταίρους μας: από τη μια το ‘μεγάφωνο’ του ελεύθερου εμπορίου και από την άλλη η πιο προστατευτική χώρα όταν θίγονται τα δικά της οικονομικά συμφέροντα.
(ψάχνοντας για επίλογο σε αυτά τα ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΑ άκουσα και το εξής θαυμάσιο. Άκης Τσοχατζόπουλος (στο Ν. Χατζηνικολάου, κεντρικό δελτίο του Άλφα, Δευτέρα 31/5/2004): «οι τιμές διολισθαίνουν (sic) σε όλο και υψηλότερα επίπεδα». Μπράβο Άκη. Και υψηλότερα. Αλλά ούτε στις νεροτσουλήθρες δεν μπορεί να γίνει αυτό!).
Αυτά
ΗH
*συνιστώ ανεπιφύλακτα αυτή την κατεύθυνση σε όσους έχουν παιδιά που ετοιμάζονται για σπουδές
** tip στο Σπύρο Ζησιμόπουλο!
*** Περισσότερα, για τα σημαντικά αυτά θέματα, σε άλλα ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΑ για την ‘ακρίβεια’.
**** Κάτι που μου υπενθυμίζει ότι είναι καιρός πλέον η νέα Διοίκηση να καταργήσει τη Ρυθμιστική Αρχή Θαλασσίων Ενδοεπικοινωνιών (ΡΑΘΕ) και να εντάξει τις αρμοδιότητές της στην Επιτροπή Ανταγωνισμού.
Επιστολή στον Αντώνη Παναγιωτόπουλο
ΚΥΡΙΟ ΑΝΤΩΝΗ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟ
τ. Πρύτανη Πανεπιστημίου Πειραιά
τ. Προέδρου Τμήματος Πληροφορικής Πανεπιστημίου Πειραιά
Ομότιμου Καθηγητή Πανεπιστημίου Πειραιά
Νυν και αεί δασκάλου, φίλου καλού και σεβαστού
Αγαπητέ Κύριε Πρύτανη, Αγαπητέ Κύριε Καθηγητά, Αγαπητέ Αντώνη,
Με συγκίνηση έλαβα την πρόσκληση να συμβάλω στην έκδοση του τιμητικού σου τόμου. Αυτό μου δίνει την ευκαιρία να γράψω αυτές τις δυο γραμμές, μετά από τόσα χρόνια. Χρόνια όμως που ποτέ δεν ξεθώριασαν ποτέ τις αναμνήσεις από το δάσκαλο που μας έμαθε οικονομικά μαθηματικά και από τον άνθρωπο που μας έδωσε, σε χρόνια δύσκολα, τον ορισμό της ‘απόλυτης και ανιδιοτελούς αφοσίωσης’ στην πρόοδο και ευημερία του Πανεπιστημίου.
Το έργο σου μνημειώδες. Η συμβολή σου απαράμιλλη. Από όλα αυτά όμως, κάνα δυο κρατώ: Το υπόδειγμα του ακαδημαϊκού άνδρα. Τη σύμπνοια, αφοσίωση και αγάπη των συνεργατών σου. Τη δυναστεία της σκέψης σου και την άνθιση των ιδεών σου. Τις αναμνήσεις των χιλιάδων παιδιών σου.
Και πώς θα μπορούσαμε να ξεχάσουμε τον πρώτο υπολογιστή που μας αγόρασες, τότε που γράφαμε μόνοι μας τα προγράμματά μας στην Κουντουριώτου; Θυμάσαι χαρά που κάναμε όταν πρωτοείδαμε το LOTUS 123; Πώς να ξεχάσουμε το ‘Σεμινάριο’; τα σαββατόβραδα στον πρώτο όροφο της Καραολή, όταν μια ομάδα «ατόμων με ειδικές ανάγκες», πολλές φορές με κρύο, βροχή, χιόνια και βρομόκαιρο, έρχονταν να ακούσουν πράματα που, τότε, ήταν δεκαετίες μπροστά από την εποχή τους;
Πολλά πράματα άλλαξαν από τότε Αντώνη. Όπως και η Πληροφορική. Σε θυμήθηκα την περασμένη βδομάδα, δίνοντας μια ‘δοκιμαστική’ διάλεξη σε 20 μεταπτυχιακούς φοιτητές. Ήταν όλοι μπροστά μου. Γελαστοί και αποφασιστικοί. Παρουσίασαν εργασίες, δουλέψαμε ασκήσεις ταυτόχρονα όλοι μαζί, κουβεντιάσαμε, γελάσαμε, φτιάξαμε καφέ. Σχεδόν τους άγγιζα. Οι δύο όμως ήταν στην Αμερική, τρεις στη Σιγκαπούρη, ένας στο Λονδίνο και πολλοί άλλοι αλλού. Ήταν όλοι ηχητικά και οπτικά μπροστά μου. Στην οθόνη του υπολογιστή μου. Θα μπορούσαμε άραγε να φανταστούμε, το 1980 στην Κουντουριώτου, ότι 25 χρόνια μετά θα κάναμε μάθημα κατ’ αυτό τον τρόπο; Και τι άλλο έχουμε ακόμα να δούμε Αντώνη; Εσύ θα μου πεις.
Εύχομαι η Συντακτική Επιτροπή, και αυτοί παιδιά σου, να παρουσιάσει ένα Τόμο που θα αποτελεί απαστράπτοντα καθρέπτη του έργου σου, και λαμπρό παράδειγμα προς μίμηση απ’ τη νεότερη γενιά. Και όσο τα χρόνια βαραίνουν στην πλάτη μας, τόσο οι σκέψεις αυτές αποκτούν ιδιαίτερη σημασία.
Να είσαι πάντα καλά.
ΗH
τ. Πρύτανη Πανεπιστημίου Πειραιά
τ. Προέδρου Τμήματος Πληροφορικής Πανεπιστημίου Πειραιά
Ομότιμου Καθηγητή Πανεπιστημίου Πειραιά
Νυν και αεί δασκάλου, φίλου καλού και σεβαστού
Αγαπητέ Κύριε Πρύτανη, Αγαπητέ Κύριε Καθηγητά, Αγαπητέ Αντώνη,
Με συγκίνηση έλαβα την πρόσκληση να συμβάλω στην έκδοση του τιμητικού σου τόμου. Αυτό μου δίνει την ευκαιρία να γράψω αυτές τις δυο γραμμές, μετά από τόσα χρόνια. Χρόνια όμως που ποτέ δεν ξεθώριασαν ποτέ τις αναμνήσεις από το δάσκαλο που μας έμαθε οικονομικά μαθηματικά και από τον άνθρωπο που μας έδωσε, σε χρόνια δύσκολα, τον ορισμό της ‘απόλυτης και ανιδιοτελούς αφοσίωσης’ στην πρόοδο και ευημερία του Πανεπιστημίου.
Το έργο σου μνημειώδες. Η συμβολή σου απαράμιλλη. Από όλα αυτά όμως, κάνα δυο κρατώ: Το υπόδειγμα του ακαδημαϊκού άνδρα. Τη σύμπνοια, αφοσίωση και αγάπη των συνεργατών σου. Τη δυναστεία της σκέψης σου και την άνθιση των ιδεών σου. Τις αναμνήσεις των χιλιάδων παιδιών σου.
Και πώς θα μπορούσαμε να ξεχάσουμε τον πρώτο υπολογιστή που μας αγόρασες, τότε που γράφαμε μόνοι μας τα προγράμματά μας στην Κουντουριώτου; Θυμάσαι χαρά που κάναμε όταν πρωτοείδαμε το LOTUS 123; Πώς να ξεχάσουμε το ‘Σεμινάριο’; τα σαββατόβραδα στον πρώτο όροφο της Καραολή, όταν μια ομάδα «ατόμων με ειδικές ανάγκες», πολλές φορές με κρύο, βροχή, χιόνια και βρομόκαιρο, έρχονταν να ακούσουν πράματα που, τότε, ήταν δεκαετίες μπροστά από την εποχή τους;
Πολλά πράματα άλλαξαν από τότε Αντώνη. Όπως και η Πληροφορική. Σε θυμήθηκα την περασμένη βδομάδα, δίνοντας μια ‘δοκιμαστική’ διάλεξη σε 20 μεταπτυχιακούς φοιτητές. Ήταν όλοι μπροστά μου. Γελαστοί και αποφασιστικοί. Παρουσίασαν εργασίες, δουλέψαμε ασκήσεις ταυτόχρονα όλοι μαζί, κουβεντιάσαμε, γελάσαμε, φτιάξαμε καφέ. Σχεδόν τους άγγιζα. Οι δύο όμως ήταν στην Αμερική, τρεις στη Σιγκαπούρη, ένας στο Λονδίνο και πολλοί άλλοι αλλού. Ήταν όλοι ηχητικά και οπτικά μπροστά μου. Στην οθόνη του υπολογιστή μου. Θα μπορούσαμε άραγε να φανταστούμε, το 1980 στην Κουντουριώτου, ότι 25 χρόνια μετά θα κάναμε μάθημα κατ’ αυτό τον τρόπο; Και τι άλλο έχουμε ακόμα να δούμε Αντώνη; Εσύ θα μου πεις.
Εύχομαι η Συντακτική Επιτροπή, και αυτοί παιδιά σου, να παρουσιάσει ένα Τόμο που θα αποτελεί απαστράπτοντα καθρέπτη του έργου σου, και λαμπρό παράδειγμα προς μίμηση απ’ τη νεότερη γενιά. Και όσο τα χρόνια βαραίνουν στην πλάτη μας, τόσο οι σκέψεις αυτές αποκτούν ιδιαίτερη σημασία.
Να είσαι πάντα καλά.
ΗH
December 23, 2004
Letter to my Son
Dhr. Euc A Haralambides
Prinses Julianalaan 26
3062 DJ Rotterdam - NL
Dearest Euc,
As one grows up, one tends to volunteer some, often boring and unsolicited, advice to the young. So, here is a piece, for what it is worth, after having spent so much time studying the 'Singapore Model'.
I would be the last person on earth to question the importance of making independent choices and setting personal priorities. Economists are not allowed to make interpersonal comparisons; or so we are told. These are often called 'value judgments' and they are not 'comparable' among individuals neither can they be aggregated. This is known as the problem of 'aggregate social welfare functions'. As a result, Vilfredo Pareto became famous because he said that the best you can do is to try to make someone better off without making someone else worse off.
In the opposite, and pending a definition for 'terrorism', no revolutionary has ever been able to accept this principle. Many believe that Pareto optimality is just the crutch that supports the lame leg of capitalism; a lowering of the temperature of the simmering kettle of social unrest in western-type consensus democracies. The maximization of social welfare, they claim, may require less democracy, more sacrifices, and less individual choice. I respect both views, not for any other reason but because they themselves are value judgments that bring us to the realm of economic philosophy (read the little book by Dame Joan Robinson on this; I left it on your desk). After all, economics is nothing more than just a way of thinking.
What choices we make is not important; mostly they are made on the basis of 'incomplete information'. I know you wouldn't agree to this and neither would any other young person (thus the use of the words 'boring' and 'unsolicited' above). What is important however, at a point in time when the years weigh heavily on one's shoulders, is to be able to give an answer to the famous question of The Manhattans: "...and if we had the chance to do it all again, tell me would we?..."
With a lot of affection I wish you and every young person, when that time comes, to be able to answer in the affirmative.
A better wish I do not have.
Your (patronizing) dad,
HΗ
Prinses Julianalaan 26
3062 DJ Rotterdam - NL
Dearest Euc,
As one grows up, one tends to volunteer some, often boring and unsolicited, advice to the young. So, here is a piece, for what it is worth, after having spent so much time studying the 'Singapore Model'.
I would be the last person on earth to question the importance of making independent choices and setting personal priorities. Economists are not allowed to make interpersonal comparisons; or so we are told. These are often called 'value judgments' and they are not 'comparable' among individuals neither can they be aggregated. This is known as the problem of 'aggregate social welfare functions'. As a result, Vilfredo Pareto became famous because he said that the best you can do is to try to make someone better off without making someone else worse off.
In the opposite, and pending a definition for 'terrorism', no revolutionary has ever been able to accept this principle. Many believe that Pareto optimality is just the crutch that supports the lame leg of capitalism; a lowering of the temperature of the simmering kettle of social unrest in western-type consensus democracies. The maximization of social welfare, they claim, may require less democracy, more sacrifices, and less individual choice. I respect both views, not for any other reason but because they themselves are value judgments that bring us to the realm of economic philosophy (read the little book by Dame Joan Robinson on this; I left it on your desk). After all, economics is nothing more than just a way of thinking.
What choices we make is not important; mostly they are made on the basis of 'incomplete information'. I know you wouldn't agree to this and neither would any other young person (thus the use of the words 'boring' and 'unsolicited' above). What is important however, at a point in time when the years weigh heavily on one's shoulders, is to be able to give an answer to the famous question of The Manhattans: "...and if we had the chance to do it all again, tell me would we?..."
With a lot of affection I wish you and every young person, when that time comes, to be able to answer in the affirmative.
A better wish I do not have.
Your (patronizing) dad,
HΗ
August 29, 2004
Για το Νιόνιο και τους Ολυμπιακούς
Εμείς το ξέραμε.
Το ξέραμε όταν γρατζουνούσαμε στην κιθαρούλα τις μπαλάντες σου.
Σιγά-σιγά μη μας ακούσουν.
Στην Αγιά Μαρίνα. Στο μαγαζάκι της αδερφής σου. Θυμάσαι Σταμάτη;
Τριάντα χρόνια και βάλε.
Μας λέγανε, πώς μπορείτε και ακούτε αυτόν τον τρελό;
Και θαρρώ ο Λάκης ήταν που είπε ότι ακούμε τον εθνικό μας ποιητή.
Το βάρδο που με τα τραπεζάκια του έξω στη σκηνή του ολυμπιακού σταδίου θα έκλεινε τους dream games…ever.
Εμείς το ξέραμε.
Ή μήπως όχι;
ΗΗ
Courtesy Coppy (cc):
Σταμάτης Κραουνάκης
Ντόλυ Κόντου-Χαραλαμπίδη
Λάκης Δεδουσόπουλος
Το ξέραμε όταν γρατζουνούσαμε στην κιθαρούλα τις μπαλάντες σου.
Σιγά-σιγά μη μας ακούσουν.
Στην Αγιά Μαρίνα. Στο μαγαζάκι της αδερφής σου. Θυμάσαι Σταμάτη;
Στον Αρτεμώνα, στη Σίφνο. Θυμάσαι Γιάννη; Θυμάσαι Αντρέα;
Στο Καντέρμπουρι. Στην κουζίνα του Darwin College. Θυμάσαι Ντόλυ; Θυμάσαι Λάκη;
Στο Καντέρμπουρι. Στην κουζίνα του Darwin College. Θυμάσαι Ντόλυ; Θυμάσαι Λάκη;
Τριάντα χρόνια και βάλε.
Μας λέγανε, πώς μπορείτε και ακούτε αυτόν τον τρελό;
Και θαρρώ ο Λάκης ήταν που είπε ότι ακούμε τον εθνικό μας ποιητή.
Το βάρδο που με τα τραπεζάκια του έξω στη σκηνή του ολυμπιακού σταδίου θα έκλεινε τους dream games…ever.
Εμείς το ξέραμε.
Ή μήπως όχι;
ΗΗ
Courtesy Coppy (cc):
Σταμάτης Κραουνάκης
Ντόλυ Κόντου-Χαραλαμπίδη
Λάκης Δεδουσόπουλος
July 04, 2004
On Value Maximization and the Stakeholder Economy
(Letter to The Economist)
SIR-Professor Jensen’s article “whose firm is it anyway?” attacks in a rather simplistic way the stakeholder theory as incompatible with capitalism. According to him, value maximisation ought to be the firm’s sole objective. Acting in this way, the firm maximises also social welfare and contributes to an optimal allocation of scarce resources in the economy. These views are of course by no means new. They are deeply rooted in monetarism and supply-side economics and it could suffice to quote here their principal advocate, Milton Friedman, writing that “…few trends could so thoroughly undermine the very foundation of our free society as the acceptance by corporate officials of a social responsibility other than to make as much money for their stockholders as possible…” Over the years, these views have been harshly extrapolated. Thus, there is nothing wrong with the corporation that does business with corrupt foreign governments and undemocratic regimes; that completely disregards the environment, industrial relations, the funding of research and universities, better health care, religious observances, arts and culture. The corporation is in it just to maximise profits and all else is a chimera, as Professor Jensen puts it.
Often in possession of considerable market power, however, the large corporation -fulcrum of the western industrial system- does not have to maximise returns any more than its executives’ performance have to relate to their, sometimes exorbitant, salaries. To suggest the opposite, i.e. that executives put forth less than their best effort for their present income after taxes, would be a gross insult to most of them. With the separation of ownership from management, what William Baumol called the “security of the management team” has a big role to play here: profit maximisation entails the taking of additional risks that may threaten the “survival” of the management team. The latter would thus opt for loss minimisation rather than maximum return. As R.A. Gordon has so succinctly put it “…executives of large corporations do not receive the profits which may result from taking a chance, while their position in the firm may be jeopardised in the event of serious loss…”.
Professor Simon[1] has offered yet another persuasive hypothesis about the objectives of firms. He has argued that in many cases management recognises implicitly or explicitly the complexity of the calculations and the imperfections of the data which must be employed in any optimality calculation. As a result, firms frequently give up the attempt to maximise anything -profits or sales or anything else. Instead, they set up for themselves some minimal standards of achievement which they hope will ensure the firm’s viability and an acceptable level of profit. Firms which are satisfied to achieve such limited objectives are said to “satisfice” instead of maximising. Starting from this hypothesis, a number of investigators led by Cyert and March[2] have attempted to develop what they call a behavioural theory of the firm -one which seeks to show how firms really act, not just how they ought to act if their decisions were all optimal. Using computers to simulate observed decision processes of a number of companies, they have achieved remarkable success in employing some of these programs to predict company decisions. Though one may question whether they have provided a theory or an empirical approach and evidence for the construction of a theory, the significance of the entire analysis is undeniable. Certainly we can no longer operate comfortably on the assumption that profit maximisation adequately explains all of the observed business behaviour.
Profit maximisation may indeed be the survival kit of the ice-cream store around the corner, but clearly it cannot be the prime goal of the mature corporation that transcends markets, manages demand and relies on the government underwriting of expensive technology. In addition, the need for long-term planning in product development does not allow the corporation to fall victim of fluctuating prices and unstable demand. Instead its primary goals are to achieve a “secure” level of earnings, maintain price stability (often through collusion), manage demand and of course grow, i.e. increase its market share. The Dutch electronics giant Philips controls 70% of the Brazilian market for consumer electronics but, as many Philips executives will no doubt attest, the reasons for pursuing this strategy have very little, if anything, to do with profit maximisation. Discounting the prominence of profit maximisation, achievement of the above primary objectives allows easily the pursuit of other lesser ones that fall into the sphere of “social responsibility”. A company that acts in what many would describe as a socially responsible manner is fully compatible with capitalism and consumer sovereignty: apart from promoting a sound corporate image, it capitalises on increased consumer awareness on societal concerns and by doing so it also takes care very nicely of its own bottom line. Consumer reigns again.
As far as optimum resource allocation is concerned, the argument has been important in the past and in the less developed societies of today where choice among pressing physical needs is still pertinent. In mature and affluent economies, however, the choice is not between bread or housing but between psychological and well-cultivated wants, ranging from intelligent tooth brushes to cosmetic surgery. To quote Galbraith “…if this choice becomes increasingly less important with rising incomes, the economic problem also diminishes in importance and so do, more poignantly, the scholars who dwell on it…”
Hercules E. Haralambides
Erasmus University Rotterdam
[1] Herbert A. Simon, “Theories of Decision Making in Economics”, American Economic Review, Vol. XLIX, June 1959; and also, “ Models of Man”, John Wiley and Sons, Inc., New York, 1957.
[2] R.M. Cyert and J.G. March, “A Behavioral Theory of the Firm”, Prentice-Hall, Inc., Englewood Cliffs, N.J. 1963.
SIR-Professor Jensen’s article “whose firm is it anyway?” attacks in a rather simplistic way the stakeholder theory as incompatible with capitalism. According to him, value maximisation ought to be the firm’s sole objective. Acting in this way, the firm maximises also social welfare and contributes to an optimal allocation of scarce resources in the economy. These views are of course by no means new. They are deeply rooted in monetarism and supply-side economics and it could suffice to quote here their principal advocate, Milton Friedman, writing that “…few trends could so thoroughly undermine the very foundation of our free society as the acceptance by corporate officials of a social responsibility other than to make as much money for their stockholders as possible…” Over the years, these views have been harshly extrapolated. Thus, there is nothing wrong with the corporation that does business with corrupt foreign governments and undemocratic regimes; that completely disregards the environment, industrial relations, the funding of research and universities, better health care, religious observances, arts and culture. The corporation is in it just to maximise profits and all else is a chimera, as Professor Jensen puts it.
Often in possession of considerable market power, however, the large corporation -fulcrum of the western industrial system- does not have to maximise returns any more than its executives’ performance have to relate to their, sometimes exorbitant, salaries. To suggest the opposite, i.e. that executives put forth less than their best effort for their present income after taxes, would be a gross insult to most of them. With the separation of ownership from management, what William Baumol called the “security of the management team” has a big role to play here: profit maximisation entails the taking of additional risks that may threaten the “survival” of the management team. The latter would thus opt for loss minimisation rather than maximum return. As R.A. Gordon has so succinctly put it “…executives of large corporations do not receive the profits which may result from taking a chance, while their position in the firm may be jeopardised in the event of serious loss…”.
Professor Simon[1] has offered yet another persuasive hypothesis about the objectives of firms. He has argued that in many cases management recognises implicitly or explicitly the complexity of the calculations and the imperfections of the data which must be employed in any optimality calculation. As a result, firms frequently give up the attempt to maximise anything -profits or sales or anything else. Instead, they set up for themselves some minimal standards of achievement which they hope will ensure the firm’s viability and an acceptable level of profit. Firms which are satisfied to achieve such limited objectives are said to “satisfice” instead of maximising. Starting from this hypothesis, a number of investigators led by Cyert and March[2] have attempted to develop what they call a behavioural theory of the firm -one which seeks to show how firms really act, not just how they ought to act if their decisions were all optimal. Using computers to simulate observed decision processes of a number of companies, they have achieved remarkable success in employing some of these programs to predict company decisions. Though one may question whether they have provided a theory or an empirical approach and evidence for the construction of a theory, the significance of the entire analysis is undeniable. Certainly we can no longer operate comfortably on the assumption that profit maximisation adequately explains all of the observed business behaviour.
Profit maximisation may indeed be the survival kit of the ice-cream store around the corner, but clearly it cannot be the prime goal of the mature corporation that transcends markets, manages demand and relies on the government underwriting of expensive technology. In addition, the need for long-term planning in product development does not allow the corporation to fall victim of fluctuating prices and unstable demand. Instead its primary goals are to achieve a “secure” level of earnings, maintain price stability (often through collusion), manage demand and of course grow, i.e. increase its market share. The Dutch electronics giant Philips controls 70% of the Brazilian market for consumer electronics but, as many Philips executives will no doubt attest, the reasons for pursuing this strategy have very little, if anything, to do with profit maximisation. Discounting the prominence of profit maximisation, achievement of the above primary objectives allows easily the pursuit of other lesser ones that fall into the sphere of “social responsibility”. A company that acts in what many would describe as a socially responsible manner is fully compatible with capitalism and consumer sovereignty: apart from promoting a sound corporate image, it capitalises on increased consumer awareness on societal concerns and by doing so it also takes care very nicely of its own bottom line. Consumer reigns again.
As far as optimum resource allocation is concerned, the argument has been important in the past and in the less developed societies of today where choice among pressing physical needs is still pertinent. In mature and affluent economies, however, the choice is not between bread or housing but between psychological and well-cultivated wants, ranging from intelligent tooth brushes to cosmetic surgery. To quote Galbraith “…if this choice becomes increasingly less important with rising incomes, the economic problem also diminishes in importance and so do, more poignantly, the scholars who dwell on it…”
Hercules E. Haralambides
Erasmus University Rotterdam
[1] Herbert A. Simon, “Theories of Decision Making in Economics”, American Economic Review, Vol. XLIX, June 1959; and also, “ Models of Man”, John Wiley and Sons, Inc., New York, 1957.
[2] R.M. Cyert and J.G. March, “A Behavioral Theory of the Firm”, Prentice-Hall, Inc., Englewood Cliffs, N.J. 1963.
June 13, 2004
Ευρωεκλογές 2004: Αναγνωρισιμότητα
«κάποιοι με κατηγόρησαν για έλλειψη αναγνωρισιμότητας, αλλά τέτοια αναγνωρισιμότητα εγώ τους τη χαρίζω» (Μαίρη Ματσούκα, Ευρωβουλευτής ΠΑΣΟΚ)
«όσα δεν φτάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρι» (λαϊκή παροιμία)
Αφορμή για το σημερινό άρθρο ήταν η παραπάνω πρόσφατη δήλωση της κυρίας Ματσούκα. Με άλλα λόγια, ‘εγώ είμαι αυτή που είμαι και δεν χρειάζομαι τη δημοσιότητα των τηλε-παραθύρων’. Ίσως να είναι κι έτσι. Ίσως ο πολίτης να έχει πραγματικά βαρεθεί την ξύλινη, γενικόλογη, και κενή περιεχομένου –albeit άψογα καλλιεργημένη και προβαρισμένη- γλώσσα του επαγγελματία πολιτικού. Με μία διαφορά. Η αναγνωρισιμότητα από μόνη της δεν είναι αρκετή, αν δεν συνοδεύεται από το ανάλογο πολιτικό κύρος. Η ‘αναγνωρισιμότητα’ και αυτή αναγνωρίζεται. Αναγνωρισιμότητα έχει ο Θόδωρος Πάγκαλος αλλά και η Άντζελα Γκερέκου. Ο Νικήτας Κακλαμάνης αλλά και ο Κώστας Καρράς. Αλλά άλλο αναγνωρίσιμος και άλλο αναγνωρισμένος. Και ο κόσμος μπορεί να δει αυτή τη διαφορά.
Όπως ο Γιώργος Παπανδρέου δε δίνει λευκή επιταγή στη ΝΔ, έτσι και ο λαός δεν θα δώσει σήμερα λευκή επιταγή στο Γιώργο για την κατάρτιση του ψηφοδελτίου του. Κρατώντας τα χαρτιά του κλειστά μέχρι το παρά πέντε, ο κ. Παπανδρέου δεν έδωσε στον κόσμο την ευκαιρία να ακούσει τους ευρωβουλευτές του ΠΑΣΟΚ, να τους γνωρίσει, και να τον πείσουν ότι αξίζει να τους ψηφίσει. Πόσο μάλλον όταν ο κ. Παπανδρέου διατείνεται για το πόσο σημαντικές είναι αυτές οι εκλογές για την Ελλάδα. Ο αρχηγός μπορεί να καταρτίζει το ψηφοδέλτιο αλλά ο λαός ψηφίζει. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που το εργοστάσιο παράγει το προϊόν, αλλά ο καταναλωτής αγοράζει. Και το αγοράζει όχι γιατί του λένε ότι το παράγει η Philips, η Procter & Gable ή η Unilever, αλλά επειδή είτε το αναγνωρίζει, ή το έχει δοκιμάσει και το εμπιστεύεται. Στην περίπτωση των ευρωβουλευτών του ΠΑΣΟΚ κανένα από τα δύο δεν συνέβη. Παρ’ όλα αυτά, καλούμαστε να τους ψηφίσουμε. Με λευκή επιταγή. Επειδή το είπε ο Γιώργος.
Κανείς δεν αμφιβάλει ότι η οικονομική και κοινωνική πρόοδος επιτυγχάνονται όχι τόσο από τους ‘αναγνωρίσιμους’, όσο από τον άγνωστο τεχνοκράτη, επιστήμονα, καλλιτέχνη. Τη ραχοκοκαλιά της κοινωνίας μας. Αλλά στη σημερινή καταναλωτική κοινωνία, το να αγνοεί κανείς τη δύναμη της διαφήμισης, της προβολής και του μάρκετινγκ είναι μεγάλο στρατηγικό λάθος. Ο καταναλωτής ‘πρέπει’ να ξοδέψει. Αν δεν το κάνει, το σύστημα καταρρέει. Ανεργία και ύφεση ακολουθούν. Το μάρκετινγκ είναι έτσι το δεκανίκι του καπιταλισμού. Η αναγνωρισιμότητα (brand awareness) μέσω της διαφοροποίησης του προϊόντος είναι σήμερα η κύρια στρατηγική πωλήσεων της εταιρείας.
Το ίδιο ισχύει και στην πολιτική. Το ‘κυριαρχικό δικαίωμα’ έχει καταντήσει κακόγουστο αστείο. Ο πολίτης δεν ψηφίζει οικονομικά προγράμματα και προϋπολογισμούς. Όχι γιατί δεν τον ενδιαφέρουν, αλλά γιατί δεν τα καταλαβαίνει. Δεν τα πιστεύει. Πιστεύει ότι όλοι του λένε τα ίδια. Όλοι τον κοροϊδεύουν.(*) Δεν διαβάζει. Δεν έχει χρόνο να ασχοληθεί. Δεν έχει διάθεση να ασχοληθεί. Γιατί τον απασχολεί η καθημερινότητά του. Το πώς θα αποπληρώσει το δάνειο. Πώς θα πληρώσει το σχολείο των παιδιών. Και τι θα γίνει αν χάσει την όλο και πιο αβέβαιη δουλειά του. Έτσι, το όπιο στο άγχος της καθημερινότητάς του είναι το zapping ανάμεσα στη Στάη και τον Χατζηνικολάου. Και συν όλα τα άλλα, ακόμα δεν τον πείσαμε ότι τα εκατομμύρια που ξοδεύονται σε προεκλογικές εκστρατείες είναι ανιδιοτελή και στο μόνο που αποσκοπούν είναι να μετατρέψουν υποψήφιους βουλευτές σε ‘υπηρέτες’ του λαού.
Με πλήρη επίγνωση του ότι γίνομαι κοινότυπος, λέω πως η πολιτική έχει απαξιωθεί στα μάτια του πολίτη. Γι’ αυτό και η ψήφος είναι ακόμα υποχρεωτική. Μια κληρονομιά από παλιότερες εποχές˙ τότε που αν δεν είχες σφραγίδα στο εκλογικό βιβλιάριο, ή τρύπα στην ταυτότητά σου, δεν μπορούσες να βρεις δουλειά. Έτσι, όταν ο πολίτης δε συμμετέχει στην πολιτική, αλλά παρ’ όλα αυτά καλείται να επιλέξει ανάμεσα σε παρόμοια κατά τ’ άλλα προγράμματα, ανάμεσα στην κάλπη και την παραλία, είναι λογικό να επιλέγει με βάση την αναγνωρισιμότητα. Πολιτική, αθλητική, καλλιτεχνική, κινηματογραφική. Ακόμα και πορνογραφική˙ όπως πιστεύουν οι Τσέχοι εταίροι μας και η υποψήφια ευρωβουλευτής τους κυρία Nora Baumberger. Και γιατί όχι; Κάποτε, όταν δεν υπήρχε τηλεόραση, πολλές γυναίκες ψήφιζαν με βάση το παράστημα του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Και τα κόμματα το ξέρουν αυτό. Και το εκμεταλλεύονται˙ όπως οι καναλάρχες τα παράθυρά τους.
Αλλά πάντα πρέπει να καταλήγουμε με μια θετική νότα σε ένα μισογεμάτο ποτήρι. Ο νέος πολιτικός πολιτισμός δεν μας ήρθε ακόμα. Αλλά δεν θα αργήσει. Θα μας έρθει μέσα απ’ την παιδεία. Όταν οι θεσμοί παγιωθούν, καταξιωθούν και γίνουν αδιαπραγμάτευτες και απαρέγκλιτες αξίες. Όταν πάψουμε πια να τα παίρνουμε όλα σε προσωπικό επίπεδο. Όταν, στη συνείδησή μας, η γενική κοινωνική ευημερία αποκτήσει την ίδια, αν όχι μεγαλύτερη, αξία με την επιδίωξη του προσωπικού μας συμφέροντος. Όταν αποφεύγεται η υπερβολή και υιοθετείται η μετριοπάθεια και η συναίνεση. Η Ευρώπη έχει ακόμα πολλά να μας διδάξει.
Όπως και να ‘χει, και εν κατακλείδι˙ στο θέμα μας. Όταν η αναγνωρισιμότητα είναι το κύριο μέλημα των περισσότερων ανερχόμενων πολιτικών νεοσσών, η δήλωση της κυρίας Ματσούκα ότι ‘δεν τη χρειάζεται’ μόνο στο κρεμαστάρι της αλεπούς μπορεί να αποδοθεί. Και ήταν μια δήλωση λίγο αυθάδης θα έλεγα, προς όλους τους άλλους υποψήφιους, νέους ή μη, που είχαν αντίθετη άποψη. Καλή επιτυχία σήμερα κυρία Ματσούκα. Εγώ θα είμαι εδώ να σας υπενθυμίσω τη δήλωσή σας την επόμενη φορά που θα σας δω σε τηλεπαράθυρο.
(Αντί επιλόγου, προς Κώστα Σημίτη: Χαίρομαι Κύριε Πρόεδρε που η επίσκεψή σας στο Λουξεμβούργο δεν ήταν προ-ευρω-εκλογικό πυροτέχνημα. Ή μήπως ήταν;)
ΗΗ
* Και πώς να μην το πιστεύει όταν, για παράδειγμα, στην τελευταία τηλεμαχία ο μεν πρωθυπουργός περιγράφει πόσο τέλεια έχουν γίνει όλα μέσα στους τελευταίους τρεις μήνες, ο δε αρχηγός της αντιπολίτευσης ανταπαντά ότι δεν έχει γίνει τίποτε και η κυβέρνηση είναι ακυβέρνητο καράβι; Ένας απ’ τους δύο πρέπει να τον κοροϊδεύει˙ νομίζω;
«όσα δεν φτάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρι» (λαϊκή παροιμία)
Αφορμή για το σημερινό άρθρο ήταν η παραπάνω πρόσφατη δήλωση της κυρίας Ματσούκα. Με άλλα λόγια, ‘εγώ είμαι αυτή που είμαι και δεν χρειάζομαι τη δημοσιότητα των τηλε-παραθύρων’. Ίσως να είναι κι έτσι. Ίσως ο πολίτης να έχει πραγματικά βαρεθεί την ξύλινη, γενικόλογη, και κενή περιεχομένου –albeit άψογα καλλιεργημένη και προβαρισμένη- γλώσσα του επαγγελματία πολιτικού. Με μία διαφορά. Η αναγνωρισιμότητα από μόνη της δεν είναι αρκετή, αν δεν συνοδεύεται από το ανάλογο πολιτικό κύρος. Η ‘αναγνωρισιμότητα’ και αυτή αναγνωρίζεται. Αναγνωρισιμότητα έχει ο Θόδωρος Πάγκαλος αλλά και η Άντζελα Γκερέκου. Ο Νικήτας Κακλαμάνης αλλά και ο Κώστας Καρράς. Αλλά άλλο αναγνωρίσιμος και άλλο αναγνωρισμένος. Και ο κόσμος μπορεί να δει αυτή τη διαφορά.
Όπως ο Γιώργος Παπανδρέου δε δίνει λευκή επιταγή στη ΝΔ, έτσι και ο λαός δεν θα δώσει σήμερα λευκή επιταγή στο Γιώργο για την κατάρτιση του ψηφοδελτίου του. Κρατώντας τα χαρτιά του κλειστά μέχρι το παρά πέντε, ο κ. Παπανδρέου δεν έδωσε στον κόσμο την ευκαιρία να ακούσει τους ευρωβουλευτές του ΠΑΣΟΚ, να τους γνωρίσει, και να τον πείσουν ότι αξίζει να τους ψηφίσει. Πόσο μάλλον όταν ο κ. Παπανδρέου διατείνεται για το πόσο σημαντικές είναι αυτές οι εκλογές για την Ελλάδα. Ο αρχηγός μπορεί να καταρτίζει το ψηφοδέλτιο αλλά ο λαός ψηφίζει. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που το εργοστάσιο παράγει το προϊόν, αλλά ο καταναλωτής αγοράζει. Και το αγοράζει όχι γιατί του λένε ότι το παράγει η Philips, η Procter & Gable ή η Unilever, αλλά επειδή είτε το αναγνωρίζει, ή το έχει δοκιμάσει και το εμπιστεύεται. Στην περίπτωση των ευρωβουλευτών του ΠΑΣΟΚ κανένα από τα δύο δεν συνέβη. Παρ’ όλα αυτά, καλούμαστε να τους ψηφίσουμε. Με λευκή επιταγή. Επειδή το είπε ο Γιώργος.
Κανείς δεν αμφιβάλει ότι η οικονομική και κοινωνική πρόοδος επιτυγχάνονται όχι τόσο από τους ‘αναγνωρίσιμους’, όσο από τον άγνωστο τεχνοκράτη, επιστήμονα, καλλιτέχνη. Τη ραχοκοκαλιά της κοινωνίας μας. Αλλά στη σημερινή καταναλωτική κοινωνία, το να αγνοεί κανείς τη δύναμη της διαφήμισης, της προβολής και του μάρκετινγκ είναι μεγάλο στρατηγικό λάθος. Ο καταναλωτής ‘πρέπει’ να ξοδέψει. Αν δεν το κάνει, το σύστημα καταρρέει. Ανεργία και ύφεση ακολουθούν. Το μάρκετινγκ είναι έτσι το δεκανίκι του καπιταλισμού. Η αναγνωρισιμότητα (brand awareness) μέσω της διαφοροποίησης του προϊόντος είναι σήμερα η κύρια στρατηγική πωλήσεων της εταιρείας.
Το ίδιο ισχύει και στην πολιτική. Το ‘κυριαρχικό δικαίωμα’ έχει καταντήσει κακόγουστο αστείο. Ο πολίτης δεν ψηφίζει οικονομικά προγράμματα και προϋπολογισμούς. Όχι γιατί δεν τον ενδιαφέρουν, αλλά γιατί δεν τα καταλαβαίνει. Δεν τα πιστεύει. Πιστεύει ότι όλοι του λένε τα ίδια. Όλοι τον κοροϊδεύουν.(*) Δεν διαβάζει. Δεν έχει χρόνο να ασχοληθεί. Δεν έχει διάθεση να ασχοληθεί. Γιατί τον απασχολεί η καθημερινότητά του. Το πώς θα αποπληρώσει το δάνειο. Πώς θα πληρώσει το σχολείο των παιδιών. Και τι θα γίνει αν χάσει την όλο και πιο αβέβαιη δουλειά του. Έτσι, το όπιο στο άγχος της καθημερινότητάς του είναι το zapping ανάμεσα στη Στάη και τον Χατζηνικολάου. Και συν όλα τα άλλα, ακόμα δεν τον πείσαμε ότι τα εκατομμύρια που ξοδεύονται σε προεκλογικές εκστρατείες είναι ανιδιοτελή και στο μόνο που αποσκοπούν είναι να μετατρέψουν υποψήφιους βουλευτές σε ‘υπηρέτες’ του λαού.
Με πλήρη επίγνωση του ότι γίνομαι κοινότυπος, λέω πως η πολιτική έχει απαξιωθεί στα μάτια του πολίτη. Γι’ αυτό και η ψήφος είναι ακόμα υποχρεωτική. Μια κληρονομιά από παλιότερες εποχές˙ τότε που αν δεν είχες σφραγίδα στο εκλογικό βιβλιάριο, ή τρύπα στην ταυτότητά σου, δεν μπορούσες να βρεις δουλειά. Έτσι, όταν ο πολίτης δε συμμετέχει στην πολιτική, αλλά παρ’ όλα αυτά καλείται να επιλέξει ανάμεσα σε παρόμοια κατά τ’ άλλα προγράμματα, ανάμεσα στην κάλπη και την παραλία, είναι λογικό να επιλέγει με βάση την αναγνωρισιμότητα. Πολιτική, αθλητική, καλλιτεχνική, κινηματογραφική. Ακόμα και πορνογραφική˙ όπως πιστεύουν οι Τσέχοι εταίροι μας και η υποψήφια ευρωβουλευτής τους κυρία Nora Baumberger. Και γιατί όχι; Κάποτε, όταν δεν υπήρχε τηλεόραση, πολλές γυναίκες ψήφιζαν με βάση το παράστημα του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Και τα κόμματα το ξέρουν αυτό. Και το εκμεταλλεύονται˙ όπως οι καναλάρχες τα παράθυρά τους.
Αλλά πάντα πρέπει να καταλήγουμε με μια θετική νότα σε ένα μισογεμάτο ποτήρι. Ο νέος πολιτικός πολιτισμός δεν μας ήρθε ακόμα. Αλλά δεν θα αργήσει. Θα μας έρθει μέσα απ’ την παιδεία. Όταν οι θεσμοί παγιωθούν, καταξιωθούν και γίνουν αδιαπραγμάτευτες και απαρέγκλιτες αξίες. Όταν πάψουμε πια να τα παίρνουμε όλα σε προσωπικό επίπεδο. Όταν, στη συνείδησή μας, η γενική κοινωνική ευημερία αποκτήσει την ίδια, αν όχι μεγαλύτερη, αξία με την επιδίωξη του προσωπικού μας συμφέροντος. Όταν αποφεύγεται η υπερβολή και υιοθετείται η μετριοπάθεια και η συναίνεση. Η Ευρώπη έχει ακόμα πολλά να μας διδάξει.
Όπως και να ‘χει, και εν κατακλείδι˙ στο θέμα μας. Όταν η αναγνωρισιμότητα είναι το κύριο μέλημα των περισσότερων ανερχόμενων πολιτικών νεοσσών, η δήλωση της κυρίας Ματσούκα ότι ‘δεν τη χρειάζεται’ μόνο στο κρεμαστάρι της αλεπούς μπορεί να αποδοθεί. Και ήταν μια δήλωση λίγο αυθάδης θα έλεγα, προς όλους τους άλλους υποψήφιους, νέους ή μη, που είχαν αντίθετη άποψη. Καλή επιτυχία σήμερα κυρία Ματσούκα. Εγώ θα είμαι εδώ να σας υπενθυμίσω τη δήλωσή σας την επόμενη φορά που θα σας δω σε τηλεπαράθυρο.
(Αντί επιλόγου, προς Κώστα Σημίτη: Χαίρομαι Κύριε Πρόεδρε που η επίσκεψή σας στο Λουξεμβούργο δεν ήταν προ-ευρω-εκλογικό πυροτέχνημα. Ή μήπως ήταν;)
ΗΗ
* Και πώς να μην το πιστεύει όταν, για παράδειγμα, στην τελευταία τηλεμαχία ο μεν πρωθυπουργός περιγράφει πόσο τέλεια έχουν γίνει όλα μέσα στους τελευταίους τρεις μήνες, ο δε αρχηγός της αντιπολίτευσης ανταπαντά ότι δεν έχει γίνει τίποτε και η κυβέρνηση είναι ακυβέρνητο καράβι; Ένας απ’ τους δύο πρέπει να τον κοροϊδεύει˙ νομίζω;
June 12, 2004
Το Ευροψηφοδέλτιο (2004) και μαθήματα ηγεσίας
Ερώτηση: Πως χωράνε σ’ ένα SMART ο Βενιζέλος και ο Πάγκαλος;
Απάντηση: Στο ΠΑΣΟΚ δεν περισσεύει κανείς (*)
Συμμετοχική Δημοκρατία.
Ο πατέρας του το έλεγε ‘σοσιαλισμός’ (**).
Εγώ απλά περιμένω να συγκυβερνήσω, 'μαζί' με το Γιώργο.
Κανείς ποτέ δεν αμφισβήτησε ότι η κατάρτιση του ψηφοδελτίου ήταν προνόμιό του. Στον τύπο. Στην πράξη όμως; Ποιος πρόεδρος, διοικητής, διευθυντής με συναίσθηση των ευθυνών του θα πάρει μια σημαντική απόφαση –διακυβεύοντας την ίδια την υπόσταση του οργανισμού- χωρίς να συμβουλευτεί το επιτελείο του ή το συμβούλιό του; Ποιος μπορεί να παραγκωνίσει μακροχρόνιες οργανωτικές δομές και συνιστώσες –αποτέλεσμα ιστορικών διαδικασιών- προτάσσοντας και επιβάλλοντας την (αδόκιμη) κρίση του; Ποιος αρχηγός θα συστήσει την ομάδα του με Co (τσικό) και yes-men (ή καλύτερα yes-women στην προκειμένη περίπτωση) παραγκωνίζοντας το βαρύ πυροβολικό του;
Η απάντηση είναι απλή και οφείλουμε να την δούμε κατάματα: Ο αρχηγός αυτός είναι ο αρχηγός που δεν πατάει γερά στα πόδια του. Που έχει συνειδητή επίγνωση της απειρίας και του ελλείμματός του. Που, σαν αποτέλεσμα, χαμογελά αμήχανα δεξιά κι’ αριστερά, αισθάνεται άβολα μέσα σε κόσμο, μπερδεύει τα λόγια του, χάνει τις λέξεις του, κοιτά τις σημειώσεις του, μιλάει χωρίς να λέει. Ο αρχηγός αυτός δεν μπορεί να δεχθεί δίπλα του άτομα που τον υπερκαλύπτουν.
Έτσι, η ‘ανανέωση’ παίρνει άλλο νόημα. Αλλά αυτό είναι εξαιρετικά επικίνδυνο γιατί διαβρώνει θεσμούς και διακυβεύει τη συνέχεια ενός ‘συστήματος’ που δεν ξεφύτρωσε ξαφνικά χθες από μόνο του. Και δεν έχει κανείς το δικαίωμα να πάρει, απαίδευτα, ένα τέτοιο ρίσκο. Το ένα εκατομμύριο ψήφοι ήταν ψήφος εμπιστοσύνης στο ΠΑΣΟΚ και όχι απαραίτητα στον Γιώργο Παπανδρέου. Και όσο για το «Γιώργο άλλαξέ τα όλα», αυτό μόνο θυμηδία μπορεί να προκαλέσει σε κάθε σκεπτόμενο πολίτη.
Αρκετά πια και με αυτά τα «νέοι άνθρωποι με κέφι για δουλειά» και «όλοι κρίνονται» που αναμασήθηκαν και στο ευροψηφοδέλτιο. Ξέρετε κανένα πολιτικό νεοσσό που να μην επικαλέστηκε το ‘κέφι για δουλεία’ την πρώτη μέρα στο γραφείο; Και φυσικά όλοι κρίνονται. Αλλά αυτό δεν μπορεί να αποτελέσει δικαιολογία για πειραματισμούς στου κασίδη το κεφάλι. Όλοι κρίνονται. Εκ των υστέρων όμως. Και ανεπιστρεπτί. Όταν η ζημιά έχει γίνει.
Ο αληθινός αρχηγός δεν επιβάλει αλλά κερδίζει το σεβασμό. Δεν απαιτεί υπακοή αλλά κερδίζει τη σύμπνοια. Η δύναμή του πηγάζει από το θαυμασμό και την αφοσίωση των συνεργατών του για την ικανότητά του να υπερβαίνει τη συμβατική σοφία της εκάστοτε εποχής (ο Ανδρέας Παπανδρέου με το «η Ελλάδα στους Έλληνες» δοκίμασε –Δον Κιχωτικά ίσως, και με το κόστος μιας χούντας- να αμφισβητήσει τη Γιάλτα. Να οργανώσει ένα παγκόσμιο εθνικο-απελευθερωτικό αγώνα. Να μιλήσει για ‘δυναμική’ αναμέτρηση με τη χούντα). Ο αληθινός αρχηγός είναι grand master στη γεωπολιτική σκακιέρα. Αναλύει και συνθέτει τα πιο περίπλοκα θέματα σε χρόνο μηδέν. Διαβάζει ανάμεσα στις γραμμές. Δεν πελαγώνει με τη λεπτομέρεια. Βρίσκεται πάντοτε πάνω απ’ τα πράματα. Σε κοιτάζει βλέποντας πίσω σου. Δεν χρειάζεται να δει βιογραφικά. Σε αποδέχεται ή σε απορρίπτει μέσα σε λίγα λεπτά, από δυο λέξεις σου και μόνο (η Θάτσερ έδινε στους συνομιλητές της πέντε λεπτά για να την εντυπωσιάσουν (you have five minutes to make your point), ενώ ο κολλητός της (Ronald Reagan) αρνιόταν να διαβάσει εισηγήσεις πάνω από δυο αραιο-γραμμένες σελίδες).
Είμαι απόλυτα πεπεισμένος ότι ο Γιώργος Παπανδρέου, αναλογιζόμενος το βάρος των ιστορικών ευθυνών του και του ονόματός του, θα δώσει σύντομα ‘δείγμα υπεύθυνης γραφής’ περνώντας τη σκυτάλη στον επόμενο. Υπάρχει; Νομίζω πως ναι. Και διαισθάνομαι πως θα βγει από ένα SMART. Από ποια πόρτα δεν έχει σημασία. Μικρή η διαφορά πολιτικού έρματος. Και φυσικού!
(Και μιας και βρισκόμαστε σε περίοδο λήψης ρίσκων, ας ρισκάρω και εγώ μία πρόβλεψη: Η Αλεξάνδρα θα ξεπεράσει το 8%).
Αυτά.
ΗΧ
* το ανέκδοτο δικό μου. Η απάντηση του Γιώργου Παπανδρέου
** «…η δημοκρατία δε, στα πλαίσια μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας, ξεπερνά τον απολιθωμένο κοινοβουλευτικό τύπο και προχωρεί σε νέες ζωντανές μορφές συμμετοχής του λαού σε όλες τις αποφάσεις που τον αφορούν…» Α.Γ. Παπανδρέου (1974) ‘Η Δημοκρατία στο Απόσπασμα’. Εκδόσεις Καρανάση. σ. 519.
Απάντηση: Στο ΠΑΣΟΚ δεν περισσεύει κανείς (*)
Συμμετοχική Δημοκρατία.
Ο πατέρας του το έλεγε ‘σοσιαλισμός’ (**).
Εγώ απλά περιμένω να συγκυβερνήσω, 'μαζί' με το Γιώργο.
Κανείς ποτέ δεν αμφισβήτησε ότι η κατάρτιση του ψηφοδελτίου ήταν προνόμιό του. Στον τύπο. Στην πράξη όμως; Ποιος πρόεδρος, διοικητής, διευθυντής με συναίσθηση των ευθυνών του θα πάρει μια σημαντική απόφαση –διακυβεύοντας την ίδια την υπόσταση του οργανισμού- χωρίς να συμβουλευτεί το επιτελείο του ή το συμβούλιό του; Ποιος μπορεί να παραγκωνίσει μακροχρόνιες οργανωτικές δομές και συνιστώσες –αποτέλεσμα ιστορικών διαδικασιών- προτάσσοντας και επιβάλλοντας την (αδόκιμη) κρίση του; Ποιος αρχηγός θα συστήσει την ομάδα του με Co (τσικό) και yes-men (ή καλύτερα yes-women στην προκειμένη περίπτωση) παραγκωνίζοντας το βαρύ πυροβολικό του;
Η απάντηση είναι απλή και οφείλουμε να την δούμε κατάματα: Ο αρχηγός αυτός είναι ο αρχηγός που δεν πατάει γερά στα πόδια του. Που έχει συνειδητή επίγνωση της απειρίας και του ελλείμματός του. Που, σαν αποτέλεσμα, χαμογελά αμήχανα δεξιά κι’ αριστερά, αισθάνεται άβολα μέσα σε κόσμο, μπερδεύει τα λόγια του, χάνει τις λέξεις του, κοιτά τις σημειώσεις του, μιλάει χωρίς να λέει. Ο αρχηγός αυτός δεν μπορεί να δεχθεί δίπλα του άτομα που τον υπερκαλύπτουν.
Έτσι, η ‘ανανέωση’ παίρνει άλλο νόημα. Αλλά αυτό είναι εξαιρετικά επικίνδυνο γιατί διαβρώνει θεσμούς και διακυβεύει τη συνέχεια ενός ‘συστήματος’ που δεν ξεφύτρωσε ξαφνικά χθες από μόνο του. Και δεν έχει κανείς το δικαίωμα να πάρει, απαίδευτα, ένα τέτοιο ρίσκο. Το ένα εκατομμύριο ψήφοι ήταν ψήφος εμπιστοσύνης στο ΠΑΣΟΚ και όχι απαραίτητα στον Γιώργο Παπανδρέου. Και όσο για το «Γιώργο άλλαξέ τα όλα», αυτό μόνο θυμηδία μπορεί να προκαλέσει σε κάθε σκεπτόμενο πολίτη.
Αρκετά πια και με αυτά τα «νέοι άνθρωποι με κέφι για δουλειά» και «όλοι κρίνονται» που αναμασήθηκαν και στο ευροψηφοδέλτιο. Ξέρετε κανένα πολιτικό νεοσσό που να μην επικαλέστηκε το ‘κέφι για δουλεία’ την πρώτη μέρα στο γραφείο; Και φυσικά όλοι κρίνονται. Αλλά αυτό δεν μπορεί να αποτελέσει δικαιολογία για πειραματισμούς στου κασίδη το κεφάλι. Όλοι κρίνονται. Εκ των υστέρων όμως. Και ανεπιστρεπτί. Όταν η ζημιά έχει γίνει.
Ο αληθινός αρχηγός δεν επιβάλει αλλά κερδίζει το σεβασμό. Δεν απαιτεί υπακοή αλλά κερδίζει τη σύμπνοια. Η δύναμή του πηγάζει από το θαυμασμό και την αφοσίωση των συνεργατών του για την ικανότητά του να υπερβαίνει τη συμβατική σοφία της εκάστοτε εποχής (ο Ανδρέας Παπανδρέου με το «η Ελλάδα στους Έλληνες» δοκίμασε –Δον Κιχωτικά ίσως, και με το κόστος μιας χούντας- να αμφισβητήσει τη Γιάλτα. Να οργανώσει ένα παγκόσμιο εθνικο-απελευθερωτικό αγώνα. Να μιλήσει για ‘δυναμική’ αναμέτρηση με τη χούντα). Ο αληθινός αρχηγός είναι grand master στη γεωπολιτική σκακιέρα. Αναλύει και συνθέτει τα πιο περίπλοκα θέματα σε χρόνο μηδέν. Διαβάζει ανάμεσα στις γραμμές. Δεν πελαγώνει με τη λεπτομέρεια. Βρίσκεται πάντοτε πάνω απ’ τα πράματα. Σε κοιτάζει βλέποντας πίσω σου. Δεν χρειάζεται να δει βιογραφικά. Σε αποδέχεται ή σε απορρίπτει μέσα σε λίγα λεπτά, από δυο λέξεις σου και μόνο (η Θάτσερ έδινε στους συνομιλητές της πέντε λεπτά για να την εντυπωσιάσουν (you have five minutes to make your point), ενώ ο κολλητός της (Ronald Reagan) αρνιόταν να διαβάσει εισηγήσεις πάνω από δυο αραιο-γραμμένες σελίδες).
Είμαι απόλυτα πεπεισμένος ότι ο Γιώργος Παπανδρέου, αναλογιζόμενος το βάρος των ιστορικών ευθυνών του και του ονόματός του, θα δώσει σύντομα ‘δείγμα υπεύθυνης γραφής’ περνώντας τη σκυτάλη στον επόμενο. Υπάρχει; Νομίζω πως ναι. Και διαισθάνομαι πως θα βγει από ένα SMART. Από ποια πόρτα δεν έχει σημασία. Μικρή η διαφορά πολιτικού έρματος. Και φυσικού!
(Και μιας και βρισκόμαστε σε περίοδο λήψης ρίσκων, ας ρισκάρω και εγώ μία πρόβλεψη: Η Αλεξάνδρα θα ξεπεράσει το 8%).
Αυτά.
ΗΧ
* το ανέκδοτο δικό μου. Η απάντηση του Γιώργου Παπανδρέου
** «…η δημοκρατία δε, στα πλαίσια μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας, ξεπερνά τον απολιθωμένο κοινοβουλευτικό τύπο και προχωρεί σε νέες ζωντανές μορφές συμμετοχής του λαού σε όλες τις αποφάσεις που τον αφορούν…» Α.Γ. Παπανδρέου (1974) ‘Η Δημοκρατία στο Απόσπασμα’. Εκδόσεις Καρανάση. σ. 519.
May 16, 2004
Eurovision 2004 και ο κομβικός ρόλος της Ελλάδας
Ήταν πραγματικά ένα απολαυστικό σαββατόβραδο. Μια δροσερή ανάσα που –με ουισκάκι, καλούς φίλους, φωνή, γέλιο και βρισίδι- καθάρισε το νου από τα βαριά φορτία του και μας ξανάκανε όλους παιδιά (μόνο τη κολοτούμπα του Σάκη δεν δοκίμασα!).
Όλα άψογα. Οι Τούρκοι διοργανωτές έστησαν ένα show που θα το ζήλευαν πολλοί δυτικοί επαγγελματίες του είδους. Και φυσικά ο Σάκης ήταν ο αδιαφιλονίκητος νικητής της βραδιάς.
Όπως κάθε χρόνο όμως, το αποτέλεσμα του διαγωνισμού μας δίδαξε πως νίκη στη Eurovision σημαίνει να έχεις όμορους φίλους. Ένα σημαντικό μάθημα οικονομικής και εξωτερικής πολιτικής για τον ‘κομβικό’ ρόλο που θα όφειλε να παίζει η Ελλάδα στο χώρο των Βαλκανίων, της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής. Η για χρόνια αμετακίνητη προσήλωση του Γιώργου Παπανδρέου στη συμβατική σοφία του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου (το εύκολο άλλοθι για την όποια αντιπολιτευτική κριτική σε εσωτερικά θέματα, αλλά και η στρατηγική για το χτίσιμο του image του ‘καλού παιδιού’ και του αξιόπιστου συνομιλητή) άμβλυνε τις προσπάθειες για μια πιο δυναμική και αποτελεσματική πολιτική στον ευρύτερο όμορο χώρο μας.
Φυσικά διαφωνώ και με τη Λιάνα Κανέλλη στο κατά πόσο θα έπρεπε να έχουμε Eurovision δύο ταχυτήτων (αναφερόμενη στην αυτόματη πρόκριση των μεγάλων χωρών, χορηγών του ΕΒU). Φυσικά και θα έπρεπε. Εδώ πρόκειται για ψηφοφορία για το καλύτερο τραγούδι, όχι για το Σύνταγμα της Ευρώπης! Και δεν βλέπω γιατί η ψήφος δεν θα μπορούσε να είναι συγκεντρωτική αντί να είναι κατά χώρα. Για να μην πω ότι, με το e-voting, θα έπρεπε να ψηφίζουν και οι Κινέζοι! Και γιατί όχι;
Κανένα πρόβλημα και με τον Σεβασμιότατο Μητροπολίτη Αμβρόσιο. Ρεσιτάλ μεταφραστικής δεξιότητας (!) αλλά και μια ατυχής, ατυχεστάτη θα έλεγα, παρέμβαση-επίθεση στον Πατριάρχη. Με την κοσμική απλοϊκότητά του, ο σεβάσμιος ιεράρχης δεν μπόρεσε να συλλάβει την ανώτερη πνευματική ‘αρχοντιά’ του Πατριάρχη (χάρισμα των πραγματικών ηγετών) όταν αυτός παραπονέθηκε, αστειευόμενος, στον Σάκη για το ‘μπλουζάκι’ που δεν του έφερε δώρο.
Και για να κλείσω, το μόνο ίσως μελανό σημείο στην όλη υπόθεση ήταν η παρουσία της Κας Δάφνης Μπόκοτα. Η μία στις τρεις λέξεις της συμπαθέστατης κατά τα άλλα κυρίας ήταν ‘εγώ’, ‘εμένα’, ‘όταν εγώ λέω’ κλπ. Ενόχλησαν τόσο η πικρόχολη ερώτησή της προς τη αξιαγάπητη Ρουσλάνα «πόσο λυπήθηκε που ο Σάκης δεν βγήκε πρώτος», όσο και η αδιάλειπτα εκφραζόμενη πεποίθησή της ότι οι τηλεθεατές θα όφειλαν να ενδιαφέρονται για την άποψή της! Αλλά αυτό είναι μικρή και μόνο μουτζουρίτσα που θα σβηστεί μέχρι του χρόνου, μιας και είμαι σίγουρος ότι και η κυρία Μπόκοτα θα πήρε και αυτή μαθήματα από τη σεμνότητα του ίδιου του Σάκη.
Αυτά.
Η.Ε. Χαραλαμπίδης
Όλα άψογα. Οι Τούρκοι διοργανωτές έστησαν ένα show που θα το ζήλευαν πολλοί δυτικοί επαγγελματίες του είδους. Και φυσικά ο Σάκης ήταν ο αδιαφιλονίκητος νικητής της βραδιάς.
Όπως κάθε χρόνο όμως, το αποτέλεσμα του διαγωνισμού μας δίδαξε πως νίκη στη Eurovision σημαίνει να έχεις όμορους φίλους. Ένα σημαντικό μάθημα οικονομικής και εξωτερικής πολιτικής για τον ‘κομβικό’ ρόλο που θα όφειλε να παίζει η Ελλάδα στο χώρο των Βαλκανίων, της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής. Η για χρόνια αμετακίνητη προσήλωση του Γιώργου Παπανδρέου στη συμβατική σοφία του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου (το εύκολο άλλοθι για την όποια αντιπολιτευτική κριτική σε εσωτερικά θέματα, αλλά και η στρατηγική για το χτίσιμο του image του ‘καλού παιδιού’ και του αξιόπιστου συνομιλητή) άμβλυνε τις προσπάθειες για μια πιο δυναμική και αποτελεσματική πολιτική στον ευρύτερο όμορο χώρο μας.
Φυσικά διαφωνώ και με τη Λιάνα Κανέλλη στο κατά πόσο θα έπρεπε να έχουμε Eurovision δύο ταχυτήτων (αναφερόμενη στην αυτόματη πρόκριση των μεγάλων χωρών, χορηγών του ΕΒU). Φυσικά και θα έπρεπε. Εδώ πρόκειται για ψηφοφορία για το καλύτερο τραγούδι, όχι για το Σύνταγμα της Ευρώπης! Και δεν βλέπω γιατί η ψήφος δεν θα μπορούσε να είναι συγκεντρωτική αντί να είναι κατά χώρα. Για να μην πω ότι, με το e-voting, θα έπρεπε να ψηφίζουν και οι Κινέζοι! Και γιατί όχι;
Κανένα πρόβλημα και με τον Σεβασμιότατο Μητροπολίτη Αμβρόσιο. Ρεσιτάλ μεταφραστικής δεξιότητας (!) αλλά και μια ατυχής, ατυχεστάτη θα έλεγα, παρέμβαση-επίθεση στον Πατριάρχη. Με την κοσμική απλοϊκότητά του, ο σεβάσμιος ιεράρχης δεν μπόρεσε να συλλάβει την ανώτερη πνευματική ‘αρχοντιά’ του Πατριάρχη (χάρισμα των πραγματικών ηγετών) όταν αυτός παραπονέθηκε, αστειευόμενος, στον Σάκη για το ‘μπλουζάκι’ που δεν του έφερε δώρο.
Και για να κλείσω, το μόνο ίσως μελανό σημείο στην όλη υπόθεση ήταν η παρουσία της Κας Δάφνης Μπόκοτα. Η μία στις τρεις λέξεις της συμπαθέστατης κατά τα άλλα κυρίας ήταν ‘εγώ’, ‘εμένα’, ‘όταν εγώ λέω’ κλπ. Ενόχλησαν τόσο η πικρόχολη ερώτησή της προς τη αξιαγάπητη Ρουσλάνα «πόσο λυπήθηκε που ο Σάκης δεν βγήκε πρώτος», όσο και η αδιάλειπτα εκφραζόμενη πεποίθησή της ότι οι τηλεθεατές θα όφειλαν να ενδιαφέρονται για την άποψή της! Αλλά αυτό είναι μικρή και μόνο μουτζουρίτσα που θα σβηστεί μέχρι του χρόνου, μιας και είμαι σίγουρος ότι και η κυρία Μπόκοτα θα πήρε και αυτή μαθήματα από τη σεμνότητα του ίδιου του Σάκη.
Αυτά.
Η.Ε. Χαραλαμπίδης
April 25, 2004
Το ΟΧΙ του Προέδρου Παπαδόπουλου
Το αποτέλεσμα του χθεσινού ΟΧΙ είναι ότι το Δόγμα Σημίτη πως «η ενταξιακή πορεία της Τουρκίας περνάει μέσα από τη λύση του Κυπριακού» πάει πια περίπατο, και έτσι αποδεσμεύονται οι Ελληνοτουρκικές σχέσεις από το Κυπριακό.
Αλλά είναι αυτό αρκετό, έστω και αν το εννοούμε, για να διασώσουμε την βαρύτατα τραυματισμένη αξιοπιστία μας, για την οποία τόσο προσπάθησαν οι προηγούμενες Ελληνικές κυβερνήσεις;
Γιατί ειλικρινά δεν καταλαβαίνω τι σημαίνει το ότι «θα στηρίξουμε την όποια απόφαση του Κυπριακού λαού». Δηλαδή τι θα απαντήσει αύριο ο κ. Καραμανλής στο απλούστατο ερώτημα αν συμφωνεί με αυτό το 75%; Και παρόλο που δεν έχω καμιά αμφιβολία για την ικανότητά του να απαντά (με τον τρόπο του) σε τέτοια ‘επικίνδυνα’ ερωτήματα, φοβάμαι πως η απάντηση δεν μπορεί να ενέχει το βαθμό αξιοπιστίας που απαιτείται από ένα σοβαρό Ευρωπαίο συνομιλητή.
Οι ιστορικές ευθύνες του κ. Παπαδόπουλου ήταν εξίσου μεγάλες με εκείνες του Επιδιαιτητή. Και οι δύο απέτυχαν. Επιδιαιτησία σημαίνει ότι συμφωνώ εκ των προτέρων να αποδεχθώ την όποια απόφαση του επιδιαιτητή. Αν έχω αμφιβολίες απλά δεν πάω σε επιδιαιτησία μιας και κανείς δεν με υποχρεώνει. Αλλά αφ’ ης στιγμής το δέχομαι, δεν μπορώ να επιδίδομαι σε εκστρατεία πειθούς του Κυπριακού λαού, για να ψηφίσει ενάντια σε μια απόφαση που εγώ ο ίδιος δεσμεύτηκα να αποδεχθώ πηγαίνοντας σε επιδιαιτησία. Αυτό ακριβώς ήταν και το νόημα της απόλυτα δικαιολογημένης, albeit πολιτικά ατυχούς, ‘έκρηξης’ του Επιτρόπου Φερχόϊγκεν.
Όσο για τον Επιδιαιτητή, οι καλές του υπηρεσίες μας υποχρέωσαν(!) και εμάς και την ανθρωπότητα για χρόνια τώρα. Αυτός που θα έπρεπε να είναι ο ισχυρότερος θεσμός του πλανήτη, κατάντησε η περιφερόμενη (και απλήρωτη) Φιλιππινέζα του Πλανητάρχη. Στην περίπτωση του αποικιοκρατικού σχεδίου Ανάν, οι ανήκουστες πιέσεις που ασκήθηκαν προς όλες τις πλευρές για την υπερψήφισή του καταδεικνύουν ατράνταχτα πόσο ‘αντικειμενικό’ και ‘ισορροπημένο’ ήταν, και ποιων τα συμφέροντα εξυπηρετούσε.
Ο καυγάς και το χθεσινό ΟΧΙ δεν ήταν ποτέ για τα κατεχόμενα, τους έποικους ή τα στρατεύματα κατοχής, αλλά για τη σημαία του αεροπλανοφόρου ‘USS Κύπρος’ και του πληρώματος των Εγγλέζων θεραπαινίδων του στα ‘χωρικά’ ύδατα της ‘ευρύτερης’ Μέσης Ανατολής, αλλά και του ‘περικυκλώματος’ της Ευρώπης.
Η.Ε. Χαραλαμπίδης
Αλλά είναι αυτό αρκετό, έστω και αν το εννοούμε, για να διασώσουμε την βαρύτατα τραυματισμένη αξιοπιστία μας, για την οποία τόσο προσπάθησαν οι προηγούμενες Ελληνικές κυβερνήσεις;
Γιατί ειλικρινά δεν καταλαβαίνω τι σημαίνει το ότι «θα στηρίξουμε την όποια απόφαση του Κυπριακού λαού». Δηλαδή τι θα απαντήσει αύριο ο κ. Καραμανλής στο απλούστατο ερώτημα αν συμφωνεί με αυτό το 75%; Και παρόλο που δεν έχω καμιά αμφιβολία για την ικανότητά του να απαντά (με τον τρόπο του) σε τέτοια ‘επικίνδυνα’ ερωτήματα, φοβάμαι πως η απάντηση δεν μπορεί να ενέχει το βαθμό αξιοπιστίας που απαιτείται από ένα σοβαρό Ευρωπαίο συνομιλητή.
Οι ιστορικές ευθύνες του κ. Παπαδόπουλου ήταν εξίσου μεγάλες με εκείνες του Επιδιαιτητή. Και οι δύο απέτυχαν. Επιδιαιτησία σημαίνει ότι συμφωνώ εκ των προτέρων να αποδεχθώ την όποια απόφαση του επιδιαιτητή. Αν έχω αμφιβολίες απλά δεν πάω σε επιδιαιτησία μιας και κανείς δεν με υποχρεώνει. Αλλά αφ’ ης στιγμής το δέχομαι, δεν μπορώ να επιδίδομαι σε εκστρατεία πειθούς του Κυπριακού λαού, για να ψηφίσει ενάντια σε μια απόφαση που εγώ ο ίδιος δεσμεύτηκα να αποδεχθώ πηγαίνοντας σε επιδιαιτησία. Αυτό ακριβώς ήταν και το νόημα της απόλυτα δικαιολογημένης, albeit πολιτικά ατυχούς, ‘έκρηξης’ του Επιτρόπου Φερχόϊγκεν.
Όσο για τον Επιδιαιτητή, οι καλές του υπηρεσίες μας υποχρέωσαν(!) και εμάς και την ανθρωπότητα για χρόνια τώρα. Αυτός που θα έπρεπε να είναι ο ισχυρότερος θεσμός του πλανήτη, κατάντησε η περιφερόμενη (και απλήρωτη) Φιλιππινέζα του Πλανητάρχη. Στην περίπτωση του αποικιοκρατικού σχεδίου Ανάν, οι ανήκουστες πιέσεις που ασκήθηκαν προς όλες τις πλευρές για την υπερψήφισή του καταδεικνύουν ατράνταχτα πόσο ‘αντικειμενικό’ και ‘ισορροπημένο’ ήταν, και ποιων τα συμφέροντα εξυπηρετούσε.
Ο καυγάς και το χθεσινό ΟΧΙ δεν ήταν ποτέ για τα κατεχόμενα, τους έποικους ή τα στρατεύματα κατοχής, αλλά για τη σημαία του αεροπλανοφόρου ‘USS Κύπρος’ και του πληρώματος των Εγγλέζων θεραπαινίδων του στα ‘χωρικά’ ύδατα της ‘ευρύτερης’ Μέσης Ανατολής, αλλά και του ‘περικυκλώματος’ της Ευρώπης.
Η.Ε. Χαραλαμπίδης
March 07, 2004
Εκλογές 2004 και η ήττα του ΠΑΣΟΚ
Πολλή φαιά ουσία αναλώθηκε τελευταία στο γιατί η προσπάθεια του ΠΑΣΟΚ να κρατηθεί στην εξουσία ήταν τόσο λυσσαλέα στις τελευταίες εκλογές. Τα περισσότερα επιχειρήματα εστίασαν στην εξάρθρωση της διαπλοκής και του Κόμματος-Κράτους (κάτι που γλαφυρά θα μπορούσε να διατυπωθεί σαν ‘η καθιέρωση κλίματος εμπιστοσύνης στην Οικονομία’!).
Ο λόγος όμως ήταν αρκετά διαφορετικός. Σε περισσότερο από 20 χρόνια, το ΠΑΣΟΚ αποποιήθηκε τη σοσιαλιστική ιδεολογία του ιδρυτή του, υιοθετώντας, στην ουσία υποκλέπτοντας, τη φιλελεύθερη προσέγγιση της ΝΔ (κάτι που επισφραγίστηκε με το άνοιγμα προς Μάνο-Ανδριανόπουλο). Έτσι, τράβηξε το χαλί κάτω από τα πόδια της ΝΔ αφήνοντάς την χωρίς ειδοποιό διαφορά.
Προεκλογικά λοιπόν το ΠΑΣΟΚ γνώριζε πολύ καλά πως μια επικείμενη ήττα του, σε συνδυασμό με μια, κατά δήλωση, ‘ταπεινή’, τεχνοκρατική, και αποτελεσματική πολιτική της ΝΔ, που θα 'έχτιζε' εύκολα τώρα πια πάνω στα δύσκολα επιτεύγματα της διακυβέρνησης Σημίτη, και που θα άγγιζε το μεγάλο κεντρώο χώρο, θα έφερνε τη ΝΔ στην εξουσία για τα επόμενα 20 χρόνια!
Το ΠΑΣΟΚ έβλεπε πως έχανε το παιχνίδι στο δικό του γήπεδο και με τους δικούς του όρους.
Εκτός κι αν τα κάνει μούσκεμα -που πολύ το φοβάμαι-, η ΝΔ θα αμφισβητηθεί μελλοντικά μόνο από ένα νέο κόμμα που θα στηρίζεται σε ‘ηγέτες’ με πολιτικό λόγο και όχι τόσο σε ιδέες και προγράμματα που έχουν πλέον αμβλυνθεί και συγκλίνει μέσα στα πλαίσια της Ευρώπης και της παγκοσμιοποίησης.
Η.Ε. Χαραλαμπίδης
Ο λόγος όμως ήταν αρκετά διαφορετικός. Σε περισσότερο από 20 χρόνια, το ΠΑΣΟΚ αποποιήθηκε τη σοσιαλιστική ιδεολογία του ιδρυτή του, υιοθετώντας, στην ουσία υποκλέπτοντας, τη φιλελεύθερη προσέγγιση της ΝΔ (κάτι που επισφραγίστηκε με το άνοιγμα προς Μάνο-Ανδριανόπουλο). Έτσι, τράβηξε το χαλί κάτω από τα πόδια της ΝΔ αφήνοντάς την χωρίς ειδοποιό διαφορά.
Προεκλογικά λοιπόν το ΠΑΣΟΚ γνώριζε πολύ καλά πως μια επικείμενη ήττα του, σε συνδυασμό με μια, κατά δήλωση, ‘ταπεινή’, τεχνοκρατική, και αποτελεσματική πολιτική της ΝΔ, που θα 'έχτιζε' εύκολα τώρα πια πάνω στα δύσκολα επιτεύγματα της διακυβέρνησης Σημίτη, και που θα άγγιζε το μεγάλο κεντρώο χώρο, θα έφερνε τη ΝΔ στην εξουσία για τα επόμενα 20 χρόνια!
Το ΠΑΣΟΚ έβλεπε πως έχανε το παιχνίδι στο δικό του γήπεδο και με τους δικούς του όρους.
Εκτός κι αν τα κάνει μούσκεμα -που πολύ το φοβάμαι-, η ΝΔ θα αμφισβητηθεί μελλοντικά μόνο από ένα νέο κόμμα που θα στηρίζεται σε ‘ηγέτες’ με πολιτικό λόγο και όχι τόσο σε ιδέες και προγράμματα που έχουν πλέον αμβλυνθεί και συγκλίνει μέσα στα πλαίσια της Ευρώπης και της παγκοσμιοποίησης.
Η.Ε. Χαραλαμπίδης
Subscribe to:
Posts (Atom)