Παρά θίν’ αλός όλα είναι πιο χαλαρά.
Ακόμα και συζητήσεις γύρω από καυτά ζητήματα, όπως το σωφρονιστικό σύστημα μιας
χώρας.
Συνοδοιπόροι μου το μεσημεράκι, δυο καλοί φίλοι, νομικοί, και μια (ίσως δύο; )
παγωμένη μαλβαζία.
Γιατί οι ποινές
για το ίδιο αδίκημα είναι τόσο διαφορετικές στην Ε.Ε.; Γιατί η αστειότητα αυτή της
ολικής αναστολής υπάρχει μόνο στην Ελλάδα; Πού αποσκοπεί (ή θα έπρεπε να αποσκοπεί) η ποινή; Είναι
τιμωριτική ή προς παραδειγματισμό; Και ποιος εφηύρε εκείνο το ‘μπουρδολόγημα’
«πλήρωσε το χρέος του και αποδίδεται καθαρός στην κοινωνία»; Δεν ξέρω πόσο ‘καθαρός’ αποδίδεται αλλά
μετά από δέκα χρόνια στη ‘στενή’ σίγουρα δε θα τον καλέσω για φαγητό το βράδυ.
Επανεντάσσεται λοιπόν στην κοινωνία, ή ξαναγυρίζει στα γνωστά λημέρια του και στο σινάφι του;
Αναπόφευκτα ήρθε
και το θέμα της θανατικής ποινής. «Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να αφαιρέσει
ανθρώπινη ζωή, παρά μόνο ο Θεός», μου λέει ο ένας. «κι εσύ, καλέ μου φίλε
νομοθέτη*» ανταπαντώ, «ποιος σου έδωσε το δικαίωμα να αφήνεις να κυκλοφορεί
ελεύθερος ανάμεσά μας, χωρίς μάσκα και εμβόλιο, ο κρετίνος που μας στέλνει στη δική του
ηλεκτρική καρέκλα που τη λέμε ΜΕΘ»;
Έμεινε βουβός.
Κίνηση ματ νομίζω.
Όχι;
Τότε
σε παρακαλώ τις απόψεις σου φίλε μου Βασίλη.
ΗΧ
*(γερουσιαστής στο Ιταλικό κοινοβούλιο)